Και αλλη μια νυχτα που δεν εζησα. Ειμουν εκει, ειμουν μαζι τους, μα δεν ζουσα τιποτα απο την στιγμη, τιποτα απο την πραγματικοτητα. Πολλες φορες μου συμβαινει αυτο. Σχεδον παντα. Δεν το κανω επιτηδες, απλως το μυαλο μου δεν συμμετεχει και ουτε θα μπορεσει ποτε να επικοινωνησει με τους ανθρωπους γυρω μου. Το πνευμα μου δεν βρισκεται στο σωμα μου. Αιωρειται, απο δω κι απο κει. Εχω πιει πολυ. Δεν ξερω ποσο ειναι το πολυ, τουλαχιστον ετσι μου λενε οι γυρω μου. Με πιανει κι ευκολα το ποτο ειναι η αληθεια. Εγω παντως νυσταζω και βαριεμαι. Νιωθω το κεφαλι μου βαρυ και το σωμα μου δεν υπακουει στις εντολες που του δινω, μενει εκει, ξαπλωμενο, ασαλευτο.
Φασαρια γυρω μου. Πολυ φασαρια. Ειναι ωρες που επικεντρωνομαι στη μουσικη, σ'αυτον τον ιδιαιτερα χαλαρωτικο ηχο της κιθαρας, δεν ακουω τιποτα αλλο. Αλλες ομως φορες δεν νιωθω παρα ενα βουητο, ενα θορυβο που στο τελος αρχιζει να γλυκιανει και γινεται μουσικη. Ειναι τα ομιλιτα των ανθρωπων, οι συζητησεις τους, φωναζουν ολοι απο παντου προκειμενου να ακουσουν ο ενας τον αλλον, οι κραυγες τους, τα γελια τους, στην αρχη εκνευριστικα μεχρι που χτυπουν, τρυπουν το κεφαλι μου. Υστερα ολοι αυτοι οι ηχοι γινονται ενα, η μουσικη, οι φωνες, δεν μπορω πια να ξεχωρισω το ενα απο το αλλο. Ναι, ολα εγιναν ενα. Εγιναν μια μελοδια, ενας ρυθμος, ενοχλιτικος ή εύηχος, δεν ξερω δεν με νοιαζει, μα σιγουρα οικείος σε μενα.
Αγαπω τους ξενους. Ολοι αυτοι οι αγνωστοι τρυγυρω μου, παραδοξεως γνωριμοι σε μενα. Ολη αυτη η ζαλη, ολο αυτο το μίγμα των ανθρώπων, των σκιων και των ηχων ειναι φιλικο, με κανει και νιωθω τοσο ανετα, να εισπνεω δικο μου αερα, αερα του σπιτιου μου. Ανθρωποι... κι ας μην τους καταλαβαινω... Ο καθενας με τα δικα του ματια, με τις δικες του κινησεις, τα δικα του βηματα, τον δικο του τονο της φωνης. Δε με ξερουν, δε τους ξερω, οι περισσοτεροι αμφιβαλω αν με συμπαθουν, αν ειναι "καλα" παιδια (οπως λει κι η γιαγιά μου) αλλα δε με νιαζει. Μου μιλανε καποιοι αλλα τους αγνοοω. Αθελα μου, οχι εσκεμμενα.
Οι σκεψεις μου συνεχεια πετουν. Το μυαλο μου σπανια καθεται μες το κεφαλι μου. Ολο φτερουγιζει, ολο και ανεβαινει, ανεβαινει... φευγω... βλεπω τα παντα τωρα απο ψηλα. Ολοι φαινονται τοσο μικροι. Χαχαχα... τι χαριτομενοι! Ολα μικρα, ασημαντα, ευθραυστα. Τα τραπεζια, τα ποτα, τα φωτα, οι ανθρωποι. Μα ειμαι κι εγω μεσα σ'αυτα? Ειμαι, μπορει. Να εκει πινουν οι φιλοι μου. Φιλοι χαχααχα... ενταξει. Ξερω πως δεν εχω ουτε θα αποκτησω ποτε. Ξερω πως κανενας δεν ειναι ικανος να αντιληφθει το ελαχιστο των αισθηματων μου, του εαυτου μου. Μα εδω καλα καλα δεν τον ξερω εγω, πως απαιτω λοιπον να τον καταλαβουν και οι αλλοι? Ομως... κάθε φορα που βγαζω κατι αληθνο, κατι απο το μεσα μου, οταν τους προσφερω λιγο αιμα απο τις φλεβες μου ολοι αηδιαζουν, αλλοι κοροιδευουν, αλλοι χλευαζουν, αλλοι δεν δινουν απλως καμια σημασια. Τωρα θυμαμαι τα λογια μου, τις πραξεις μου. Αυτη δεν ειμαι εγω. Σιγουρα οχι. Τιποτα δεν ειναι πραγματικο, τιποτα δεν ακολουθησε ποτε την λογικη μου. Καθε φορα συμπεριφερομαι εστι. Μπορει ισως να ειναι καλυτερα να εχουν μια λανθασμενη, μια κακη εικονα για μια ψευτικη Ελενα, παρα να εχουν μια ασχημη εικονα για την αληθινη. Και... δεν με πολυενδιεφερει. Ο,τι και να πιστεψουν. Γιατι δεν ειμαι εγω. Ποτε δεν ειμουν. Τι με νοιαζει λοιπον αν σιχαίνονται κατι που δεν ειμαι? Παντα ειμαι η αλλη, παντα ειμαι εκεινη και οχι η εγω, παντα ειμαι η περιθωριακη, η αδεια. Δεν ξερω γιατι το κανω αυτο στον εαυτο μου. Κατα καποιον τροπο αγαπω τον εαυτο μου, τον αγαπω παρα πολυ οχι με την κακη εννοια, αλλα γιατι ειμαι η μονη μου με ξερω, που ξερω την ψυχη μου.
Τωρα που το σκεφτομαι δεν ξερει κανεις τιποτα για μενα. Δεν θυμαμαι να μιλησα ποτε για τα αισθηματα μου, για τα προβληματα μου, δεν θυμαμαι να ζητησαν ποτε τη γνωμη μου, την αποψη μου, δε θυμαμαι να λυσμονησε κανεις την παρεα μου.
Με πνιγουν οι σκεψεις μου. Ηπια πολυ. Νυσαζω. Νυσταζω τοσο. Σε ποιον ακουμπαω τωρα και γερνω? Μ'αρεσει αυτο το χαος. Εδω που ειμαι παντα ελευθερη, που ειμαι παντα ξενη. Γι'αυτο μ αρεσει. Δεν γνωριζω, δεν με ξερουν, κι ομως μπορω να καθισω οπου θελω, να περασω καποιο χρονο κοντα τους, αλλα ποτε μαζι μ'αυτους. Γιατι ισως καταβαθως τους εχω αναγκη. Ολοι γυρω μου μιλουν, γελουν, κινουνται. Δεν ειμαι εδω. Βλεπω το σωμα μου που ξαπλωνει και ξεχνω πως ειναι δικο μου. Εγω αιωρουμαι. Δεν βρισκομαι μεσα σ'εκεινο το κενο κουφαρι. Δεν ειναι η ζωη αυτη δικη μου, ειναι η ζωη μιας ξενης. Δεν νιωθω. Βλεπω τα παντα μεσα απο τα ματια καπου αλλου, βλεπω τα παντα απο μακρια, βλεπω τα παντα πισω απο ενα τζαμι, απο μια οθονη. Οχι, δεν τα ζω. Παρατηρω ολους αυτους τους ανθρωπους και θελω να τους αγκαλιασω, να τους σφιξω και να τους πω πως τους αγαπω και μετα να φωναξω πως τους μισω και να τους θαψω. Ολα πια αρχιζουν να χανονται, αρχιζουν να γινονται μία σβούρα. Τους ανθρωπους βλεπω νοπους, σχεδιασμενους με νερομπογια, μολις που παιρνω το πινελο και το σερω, το κουνω πανω, κατω, δεξια, αριστερα, σε ολο τον κοσμο γυρω μου, το πασαλιφω, ανακατευω τα χρωματα των φωτών, τα χρωματα των αρωματων, των αισθησεων, των ανθρωπων. Τα ανακατευω μεχρι που γινεται ενα χρωμα παραξενο, δεν ξερω πως λεγεται, δεν το εχω ξαναδει, δεν ξερω αν υπαρχει στη φυση και βυθίζομαι. Ολα γυριζουν γρηγορα, γρηγορα, γρηγορα, ακομα γρηγοροτερα, ολα, εγιναν ενα. Χανομαι μεσα σ'αυτο με καταπινει, δεν βλεπω, δεν σκεφτομαι, δεν αναπνεω, ενα απολυτο κενο και χανομαι. Που ειμαι αραγε? Και που ειναι το σωμα μου? Νιωθω ηδη γρια. Ποσους αιωνες να παλευω μεσα στη δινη? Μα σαν κοιταζω το ρολοι, εχουν περασει έξι μονο λεπτα. Κι εγω κουραστηκα. Ποτε θα επανερθω την πραγματικοτητα? Δεν θελω. Αφήστε με μεσα στο χαος του μυαλου μου, εκει ειμαι ευτυχισμενη, μεσα στο κενο, μεσα στο αδειο, μεσα στο αοριστο, μα γεματο με σκεψεις, με ήχους, με συναισθηματα. Εκει ειμαι ευτυχισμενη, ξεχνωντας τα προβληματα μου. Δεν θελω να επιστρεψω στην πραγματικοτητα για να τα λυσω.
Φασαρια γυρω μου. Πολυ φασαρια. Ειναι ωρες που επικεντρωνομαι στη μουσικη, σ'αυτον τον ιδιαιτερα χαλαρωτικο ηχο της κιθαρας, δεν ακουω τιποτα αλλο. Αλλες ομως φορες δεν νιωθω παρα ενα βουητο, ενα θορυβο που στο τελος αρχιζει να γλυκιανει και γινεται μουσικη. Ειναι τα ομιλιτα των ανθρωπων, οι συζητησεις τους, φωναζουν ολοι απο παντου προκειμενου να ακουσουν ο ενας τον αλλον, οι κραυγες τους, τα γελια τους, στην αρχη εκνευριστικα μεχρι που χτυπουν, τρυπουν το κεφαλι μου. Υστερα ολοι αυτοι οι ηχοι γινονται ενα, η μουσικη, οι φωνες, δεν μπορω πια να ξεχωρισω το ενα απο το αλλο. Ναι, ολα εγιναν ενα. Εγιναν μια μελοδια, ενας ρυθμος, ενοχλιτικος ή εύηχος, δεν ξερω δεν με νοιαζει, μα σιγουρα οικείος σε μενα.
Αγαπω τους ξενους. Ολοι αυτοι οι αγνωστοι τρυγυρω μου, παραδοξεως γνωριμοι σε μενα. Ολη αυτη η ζαλη, ολο αυτο το μίγμα των ανθρώπων, των σκιων και των ηχων ειναι φιλικο, με κανει και νιωθω τοσο ανετα, να εισπνεω δικο μου αερα, αερα του σπιτιου μου. Ανθρωποι... κι ας μην τους καταλαβαινω... Ο καθενας με τα δικα του ματια, με τις δικες του κινησεις, τα δικα του βηματα, τον δικο του τονο της φωνης. Δε με ξερουν, δε τους ξερω, οι περισσοτεροι αμφιβαλω αν με συμπαθουν, αν ειναι "καλα" παιδια (οπως λει κι η γιαγιά μου) αλλα δε με νιαζει. Μου μιλανε καποιοι αλλα τους αγνοοω. Αθελα μου, οχι εσκεμμενα.
Οι σκεψεις μου συνεχεια πετουν. Το μυαλο μου σπανια καθεται μες το κεφαλι μου. Ολο φτερουγιζει, ολο και ανεβαινει, ανεβαινει... φευγω... βλεπω τα παντα τωρα απο ψηλα. Ολοι φαινονται τοσο μικροι. Χαχαχα... τι χαριτομενοι! Ολα μικρα, ασημαντα, ευθραυστα. Τα τραπεζια, τα ποτα, τα φωτα, οι ανθρωποι. Μα ειμαι κι εγω μεσα σ'αυτα? Ειμαι, μπορει. Να εκει πινουν οι φιλοι μου. Φιλοι χαχααχα... ενταξει. Ξερω πως δεν εχω ουτε θα αποκτησω ποτε. Ξερω πως κανενας δεν ειναι ικανος να αντιληφθει το ελαχιστο των αισθηματων μου, του εαυτου μου. Μα εδω καλα καλα δεν τον ξερω εγω, πως απαιτω λοιπον να τον καταλαβουν και οι αλλοι? Ομως... κάθε φορα που βγαζω κατι αληθνο, κατι απο το μεσα μου, οταν τους προσφερω λιγο αιμα απο τις φλεβες μου ολοι αηδιαζουν, αλλοι κοροιδευουν, αλλοι χλευαζουν, αλλοι δεν δινουν απλως καμια σημασια. Τωρα θυμαμαι τα λογια μου, τις πραξεις μου. Αυτη δεν ειμαι εγω. Σιγουρα οχι. Τιποτα δεν ειναι πραγματικο, τιποτα δεν ακολουθησε ποτε την λογικη μου. Καθε φορα συμπεριφερομαι εστι. Μπορει ισως να ειναι καλυτερα να εχουν μια λανθασμενη, μια κακη εικονα για μια ψευτικη Ελενα, παρα να εχουν μια ασχημη εικονα για την αληθινη. Και... δεν με πολυενδιεφερει. Ο,τι και να πιστεψουν. Γιατι δεν ειμαι εγω. Ποτε δεν ειμουν. Τι με νοιαζει λοιπον αν σιχαίνονται κατι που δεν ειμαι? Παντα ειμαι η αλλη, παντα ειμαι εκεινη και οχι η εγω, παντα ειμαι η περιθωριακη, η αδεια. Δεν ξερω γιατι το κανω αυτο στον εαυτο μου. Κατα καποιον τροπο αγαπω τον εαυτο μου, τον αγαπω παρα πολυ οχι με την κακη εννοια, αλλα γιατι ειμαι η μονη μου με ξερω, που ξερω την ψυχη μου.
Τωρα που το σκεφτομαι δεν ξερει κανεις τιποτα για μενα. Δεν θυμαμαι να μιλησα ποτε για τα αισθηματα μου, για τα προβληματα μου, δεν θυμαμαι να ζητησαν ποτε τη γνωμη μου, την αποψη μου, δε θυμαμαι να λυσμονησε κανεις την παρεα μου.
Με πνιγουν οι σκεψεις μου. Ηπια πολυ. Νυσαζω. Νυσταζω τοσο. Σε ποιον ακουμπαω τωρα και γερνω? Μ'αρεσει αυτο το χαος. Εδω που ειμαι παντα ελευθερη, που ειμαι παντα ξενη. Γι'αυτο μ αρεσει. Δεν γνωριζω, δεν με ξερουν, κι ομως μπορω να καθισω οπου θελω, να περασω καποιο χρονο κοντα τους, αλλα ποτε μαζι μ'αυτους. Γιατι ισως καταβαθως τους εχω αναγκη. Ολοι γυρω μου μιλουν, γελουν, κινουνται. Δεν ειμαι εδω. Βλεπω το σωμα μου που ξαπλωνει και ξεχνω πως ειναι δικο μου. Εγω αιωρουμαι. Δεν βρισκομαι μεσα σ'εκεινο το κενο κουφαρι. Δεν ειναι η ζωη αυτη δικη μου, ειναι η ζωη μιας ξενης. Δεν νιωθω. Βλεπω τα παντα μεσα απο τα ματια καπου αλλου, βλεπω τα παντα απο μακρια, βλεπω τα παντα πισω απο ενα τζαμι, απο μια οθονη. Οχι, δεν τα ζω. Παρατηρω ολους αυτους τους ανθρωπους και θελω να τους αγκαλιασω, να τους σφιξω και να τους πω πως τους αγαπω και μετα να φωναξω πως τους μισω και να τους θαψω. Ολα πια αρχιζουν να χανονται, αρχιζουν να γινονται μία σβούρα. Τους ανθρωπους βλεπω νοπους, σχεδιασμενους με νερομπογια, μολις που παιρνω το πινελο και το σερω, το κουνω πανω, κατω, δεξια, αριστερα, σε ολο τον κοσμο γυρω μου, το πασαλιφω, ανακατευω τα χρωματα των φωτών, τα χρωματα των αρωματων, των αισθησεων, των ανθρωπων. Τα ανακατευω μεχρι που γινεται ενα χρωμα παραξενο, δεν ξερω πως λεγεται, δεν το εχω ξαναδει, δεν ξερω αν υπαρχει στη φυση και βυθίζομαι. Ολα γυριζουν γρηγορα, γρηγορα, γρηγορα, ακομα γρηγοροτερα, ολα, εγιναν ενα. Χανομαι μεσα σ'αυτο με καταπινει, δεν βλεπω, δεν σκεφτομαι, δεν αναπνεω, ενα απολυτο κενο και χανομαι. Που ειμαι αραγε? Και που ειναι το σωμα μου? Νιωθω ηδη γρια. Ποσους αιωνες να παλευω μεσα στη δινη? Μα σαν κοιταζω το ρολοι, εχουν περασει έξι μονο λεπτα. Κι εγω κουραστηκα. Ποτε θα επανερθω την πραγματικοτητα? Δεν θελω. Αφήστε με μεσα στο χαος του μυαλου μου, εκει ειμαι ευτυχισμενη, μεσα στο κενο, μεσα στο αδειο, μεσα στο αοριστο, μα γεματο με σκεψεις, με ήχους, με συναισθηματα. Εκει ειμαι ευτυχισμενη, ξεχνωντας τα προβληματα μου. Δεν θελω να επιστρεψω στην πραγματικοτητα για να τα λυσω.
"Δεν θυμαμαι να μιλησα ποτε για τα αισθηματα μου, για τα προβληματα μου, δεν θυμαμαι να ζητησαν ποτε τη γνωμη μου, την αποψη μου, δε θυμαμαι να λυσμονησε κανεις την παρεα μου."
ΑπάντησηΔιαγραφή:)