Τετάρτη 4 Ιουλίου 2012

Δεν μου αρεσουνε οι ανθρωποι. Δεν συναναστρεφομαι μαζι τους.
Μαλλον... νομιζω πως εγω δεν αρεσω στους ανθρωπους κι εκεινοι ειναι που μ'αποφεγουνε αλλα δεν εχει νοημα. Το θεμα ειναι πως αφου δεν εχω επαφες μαζι τους, καποιοι πιστευουν πως δεν θα πρεπε να εχω γνωμη για τις σχεσεις τους γιατι δεν ξερω πως ειναι, γιατι δεν εχω νιωσει τα συναισθηματα τους. Ξεχνανε ομως πως γνωριζουμε καλυτερα τα πραγματα οταν ειναι εξω απο μας. Δεν ειναι τυχαιο πως μαθαινουμε να εκτιμαμε κατι αφου το χασουμε.

Ανθρωποι διαρκως χαρουμενοι, για τους οποιους η ευτυχια βρισκεται στην πραγματικοτητα και καθημερινοτητα τους δεν θα αντιδρασουν διαφορετικα σ'ενα χαρμοσινο γεγονος. Απο την αλλη, για τους δυστυχισμενους ανθρωπους μια μικρη, χαρμοσινη ειδηση θα ηταν γι'αυτους μια σπουδαια αλλαγη. Αυτος που ζει πολυ καιρο στο σκοταδι, μπορει να διακρινει καλυτερα το φως κι εκεινος που ζει μεσα στην αδικια μπορει να ξεχωρισει καλυτερα το δικαιο.

Γι'αυτον τον λογο λοιπον, ξερω πολυ καλα πως ειναι ο ερωτας αφου δεν μ'εχει ερωτευτει κανεις.
Εχω μαθει πολλα για την αγαπη επειδη ποτε δεν μ'αγαπησε καποιος.
Μπορω να καταλαβω πως πως ειναι να σε συμπαθει ο κοσμος, αφου ποτε δεν συμπαθησε εμενα.
Εκτιμω πολυ την φιλια γιατι ποτε δεν ειχα φιλους.

Ομοιως πολλοι απο εσας θα θεωρειτε την μοναξια κατι το τραγικο και το απαισιο, και οντως δεν εχδετε αδικο, μονο που εγω δεν το καταλαβαινω αφου εχω γινει ενα μ'αυτη κι εχει αποδειχθει η πιο πιστη μου φιλη.

Η τελειότητα της ατέλειας

Θυμησου,
η ομορφια ειναι υποκειμενικη.
Ο καθενας μας αντιλαμβανεται διαφορετικα το ωραιο.
Για μενα η ομορφια βρισκεται ακομα και στα χειροτερα πραγματα.
Στο σκοταδι, στις γωνιες, στα υπογεια και στο περιθωριο,
Βρισκεται στον πονο, στα δακρυα και το αιμα,
Στα παθη μας, τα λαθη μας και τις αδυναμιες μας.
Σε πραγματα εγκαταληλημένα, ξεχασμενα, προδομενα
Δε βρισκεται στην αιωνιοτητα.
Βρισκεται στην φθορα, την παρακμη και τον θανατο.
Δεν μου αρεσουνε τα ψευτικα λουλουδια, παντα αθανατα και τελεια.
Τελεια ειναι τα αληθινα, που ανθιζουν και μαραινονται.

Το τελειο μην το ψαχνεται γιατι δεν υπαρχει.
Γιατι το τελειο δεν ειναι αληθινο.
Το τελειο ειναι απατη.
Τιποτα πραγματικο δεν ειναι τελειο.
Μην αναζητατε την τελειοτητα γιατι δεν θα σας αρεσει,
ψυχρη, φανταστικη και ξενη.
Η αληθινη τελειοτητα ειναι διπλα σου.
Ανθρωποι μ'ελαττωματα, με ατελειες.
Οι ατελειες ειναι εκεινες μας κανουνε διαφορετικους,
ιδιαιτερους, μοναδικους.

Και αυτη ειναι αν ψαχνεται η τελειοτητα.
Μια τελειοτητα φτιαγμενη απο ατελειες.

Κυριακή 1 Ιουλίου 2012

Το μόνο εμπόδιο μεταξύ μας... η πραγματικότητα

Θα περιμενω
ως την στιγμη που ο δεικτης του ρολογιου μου ολοκληρωσει τον κυκλο του,
και θα δωθει σημα στις καμπανες να χτυπησουν,
βαθια, μυστικα, ιερα για μενα.
Τοτε θα ειναι η ωρα,
θα δω τα μαυρα αηδονια στην εκκλησια να τραγουδουνε,
πενθιμα, για τους ανθρωπους που θ'αφησω πισω μου θρηνουνε,
για εκεινους που μ'αγαπουνε μα δεν αγαπαω εγω.
Και ολη η φυση θα φορεσει μυρα και αγιασμα,
και θα ποτιζει μ'αρωμα τη νυχτα.
Τοτε λοιπον εγω θα βγω,
με το ρουχο μου, το δικο μου, το πιο πονεμενο θα βγω,
θα χαιρετησω τα μικρα λευκα σπιτακια,
θα χαιρετησω τα στενακια, τους γκριζους δρομους,
θα χαιρετησω τις κοπελες που κοιμουνται,
που καμια τους δεν με νοιαστηκε,
θα αποχαιρετησω και θα φυγω.
Θα τυλιχτω με ολη την δροσια του αφρου,
θα βαφτω με το φως του φεγγαριου,
θα αφησω το σωμα μου ελευθερο στην αμμο
και λιγο λιγο ματωμενη θα φτασω ως την θαλασσα
και θα γλιστρησω, θα πληθω
με νερο της βαφτισεως η της αναγεννισης
και θα βυθιστω, θα νιωσω στα ματια μου αλμυρα,
θα κολυμπησω χωρις προορισμο,
και δεν θα ξερω ποτε θα φτασω καπου,
και δεν θα ξερω αν θα φτασω καπου,
παρα μονο θα ελπιζω και θα ψαχνω,
εσενα.
Θα ελπιζω στο δικο σου ταξιδι,
δεν ξερω ποια θαλασσα και συμπαντα,
μπορει η ψυχη σου να περασει,
αλλα η απουσια σου θα γινει η αιωνια κολαση μου,
ωσπου να με συναντησεις
να ερθεις εστω και τωρα,
στην τελευταια στιγμη της δυσης μου,
εστω και τοτε που ο ηλιος μου θα χανεται κοκκινος πισω απ'τα βουνα.
Ας ερθεις γιατι για σενα εγω το τελος μου σχεδιασα ετσι.
Για σενα ολη τη ζωη μου εφτιαξα μονη κι αδεια.
Για σενα κρατησα ερημη την καρδια μου,
το μονο ανθος σ'αυτη ηθελα εσενα.
Και ποσες φορες θελω ακομη και τωρα να φωναξω δυνατα το ονομα σου,
να τ'ακουσουν τ'αστρα και να στειλουν αγγελο εσενα.
Γιατι υπαρχεις και το ξερω, γιατι αφηνω την ζωη μου να χανεται?
Θα φωναξω το ονομα σου εκει,
στην θαλασσα μου πριν με πνίξει,
θα το φωναξω και θα ειναι αυτη η δυνατοτερη προσευχη μου,
και ισως τοτε ευαισθητοποιηθει ο Θεος
Και μου χαρισει ενα κερι ζωης ακομα αναμμενο.
Εσυ θα εισαι η φλωγα που θα καιει και θα με λιωνει.
Μα εγω ως τοτε θα περπατω και θα ρωταω στα βουνα, στις σπηλιες και στις χαραδρες,
θα ρωταω αν θα ερθεις σε μενα καποτε.
Παντοτε περιμενα, υπομονετικα, σιωπηλα και έγερνα,
Περιμενα μοναχικα, πάγωνα και πάλιωνα
κι ελιωνα απ'την φωτια μεσα μου.
Και την καρδια μου αν ξεριζωνε κανεις θα την ακουγε ακομα να χτυπα στ'ονομα σου,
στ'ονομα που δεν μπορει να προφερει κανεις,
στ'ονομα που μονο εγω μπορω να φωναξω.
Ελα πριν ερθει εκεινη η ωρα.
Παρακαλω.
Η καρδια μου ειναι ανοιχτη κι ευαλωτη.
Ειναι ευπροσδεκτο καθε φιλι και καθε μαχαιρι,
μονο ελα πριν ερθει εκεινη η ωρα.

Πέμπτη 28 Ιουνίου 2012

Τι χρώμα έχει η δική σου μοναξιά?

Νομιζω πως ειναι μοβ, γλυκο χρωμα και θλιμμενο, ονειροπολο, κοιμαται στα συννεφα και χαιρετα τους εφιαλτες, απαισιοδοξο αρωμα, νοσταλγικο, παιδικο παιχνιδι και λυρικος ηχος, κλαμα αθορυβο, γυαλινο, ευθραυστο... αλλες φορες ειναι μοβ σκουρο, μοβ βαθυ, σχεδον μπλε, ποταμια δακρυων που ρεουν λιγο λιγο απο πολλες μεριες της ψυχης μου και καταλιγουν μαζι, μπλε βαθυ σαν τη θαλασσα, διαφανο αρχικα και μετα τοσο πυκνο, ατελειωτο και σκουρο, τρομαχτικο κι υπνοτικο, φτανει ενα και μονο βλεμμα για να σε καταπιει, για να σε πνιξει και να σε τραβηξει χαμηλα, στα υδατινα, αποκοσμα χαη, εκει οπου η πτωση σου ειναι αργη και οριστικη, εκει οπου ο ηλιος απομακρυνεται πολυ και χανεται, εκει που σε τυλίγει πια το τσουχτερο σκοταδι, το παγωμενο, αφιλοξενο μαυρο, εκει που δεν βλεπεις σωμα, δεν βλεπεις υλη, μα νιωθεις το πνευμα στο κεφαλι σου να σουβλιζεται απ'τον τρομο κι απ'τον πονο και την καρδια σου μονο να χτυπα, να σου λει πως υπαρχεις και δεν ειναι ονειρο. Τοσο μαυρη νομιζω πολλες φορες πως ειναι, μαυρη και πενθιμη, αιωνια η μοναξια μου. Χορευει στον νυχτερινο ουρανο, χωρευει ματωμενη, χωρις αστρα, χωρις φεγγαρι, μονη, καταμονη και χτυπημενη, χωρις ρυθμο, χωρις μουσικη, χορευει με παρεα την τις αντανακλασες των ματιων της. Και ουρλιαζει, και παλλεται μαχαιρωμενη και κρεμιεται και αιωρειται και ειναι ευτυχισμενη. Διχως φιλους, γονεις ή παιδια η μοναξια αυτοκρατορισσα ειναι της ψυχης της, αέναη η βασιλεία της, η αρχη ειναι και το τελος των ανθρωπων, ο φοβος και η καταρα τους, μα πιστη τους συντροφος και συνοδοιπορος. Το καταφυγιο των σοφων και η μοιρα των κολασμενων, αυτη που καταβαθως ολοι μας ταυτοχρονα αγαπουμε και μισουμε, αυτη η αγκαθωτη αγκαλια που φοβομαστε να μπουμε, κι οταν μπουμε φοβομαστε να βγουμε ειναι.

Ο καθενας την μορφη της δικης του μοναξιας αναγνωριζει. Νιωθει ενα βαρυ, βρεγμενο παπλωμα να τον πλακωνει, μια αποπνυκτικη υγρασια, κατι εκει να του κλεινει τον λαιμο, να του φραζει το στηθος. Θελει τα χνωτα των ανθωπων για οξυγονο του, τα χερια τους για να ποτισει την καρδια του, την ξερη και ανυδρη.

Ανθρωποι μονοι υπαρχουνε παντου, μα δεν το λενε, δεν το δειχνουν, προτιμουνε να γελουνε και προσποιουνται για την ευτυχια τους, ευτυχια για κεινους ειναι ενα απλο "καλημερα", ενα απλο "τι κανεις?", ενα χαμογελο καποιου μικρου παιδιου στο παρκο, τα ναζια καποιου σκυλου. Ενθουσιαζονται με πραγματα ασήμαντα, καθημερινα, βρισκουν νοημα μεσα απο ιστοριες και περιπετειες αλλων, με αυτες ομως τοσο πολυ ταυτιζονται και συγκινουνται, σαν να τις βιωνουν και οι ιδιοι.

Ειμαστε μονοι μας. Ανθρωποι μοναχικοι μου, ειμαστε μονοι μας και το ξερουμε. Αλλοι καταληξαμε ετσι απο επιλογη, αλλοι απο φοβο, αλλοι απο τυχη. Μερικοι απο μας ζουμε ολοκληρη την ζωη μας ετσι. Λενε πως οι μοναχικοι ανθρωποι αναγνωριζουν ο ενας τον αλλον.

Δεν εχουμε ανθρωπους στη ζωη μας, δεν εχουμε αναμνησεις, δεν εχουμε εμπειριες, δεν εχουμε νιωσει πονο κι ερωτα. Αλιμονο σε μας! Ειμαστε κενα σωματα, ειμαστε αδεια δοχεια, κουφιοι, κουφαρια, ειμαστε ζωντανοι νεκροι, ειμαστε νεκροι που περπατουμε αναμεσα στους ζωντανους και τους κοιτουμε και ζηλευουμε τις καρδιες τους που ειναι ενωμενες και χτυπουνε παρεα, ενω οι δικες μας μονες και σαπισμενες, περιμενουν εκεινο το θειο φιλι που θα μας αναστησει.

Αγαπουμε τους ξενους, ολοι οι μονοι ανθρωποι τους αγαπουμε, δεν τους πληγωσαμε ποτε, δεν μας πληγωσαν, δεν περιμενουμε κατι απο αυτους ουτε εκεινοι απο εμας, δεν τους ξερουμε και δεν μας ξερουν, τρεφουμε γι'αυτους καποια συμπαθεια επειδη ειναι ανθρωποι.

Μας αρεσει να κανουμε παρτυ μονοι μας, να γελαμε μονοι μας για να ξεγελαστουμε, να κλαιμε μονοι μας και να παρηγορουμαστε μονοι μας, να κανουμε βολτες σε ομορφα μερη, σε ησυχα μερη, σε μερη οπου νομιζουμε πως κανεις δεν μας βλεπει κι εμεις τους βλεπουμε ολους, παρατειρουμε τους αλλους, περπαταμε διπλα τους και παιρνουμε κατι απο αυτους, παιρνουμε μαζι μας λιγο απο την αυρα τυχαιων περαστικων και γυρνουμε σπιτι ευτυχισμενοι.

Κυριακή 17 Ιουνίου 2012

Σύννεφα

Ειμαι φτιαγμενη απο φθινο γκλιττερ και ασημι,
ζω μεσα απο τη μουσικη,
τους ηχους και τους στιχους,
ζω μεσα απο τις ταινιες,
τις σκεψεις και τα αισθηματα σας.
Αναπνευω τις επλιδες και τον πονο σας.
Περπαταω πανω στα ονειρα μου,
φτιαγμενα απ'τις δικες σας τις ζωες.
Αν σταματησω να ονειρευομαι θα πεσω,
στην βουβη, την γκριζα γη...
Ειμαι ενα αρωμα, μια νοτα, μια ιδαια,
μεσα απο σας θα ζησω.


Σάββατο 16 Ιουνίου 2012

My secret reflection

Εισαι το αλλο μου κομματι,
η κρυφη μου ζωη,
η πισω πλευρα της ψυχης μου.
Ο εαυτος που φοβαμαι να δω.
Ο σκοτεινος εαυτος που αρνιεμαι.
Αλλα κι ο ευθραυστος, ανθρωπινος που θελω να κρυψω.
Ολα οσα θελω να γινω, κι ολα οσα δεν εγινα.
Τα δυο ακρα που συγκρουονται και εκρυγνυνται

Μα δεν γεννηθηκες εδω,
σ'ενα τοπο τοσο σκουριασμενο, με σταχτες, φιδια και αιμα.
'Οχι.
Κατοικεις σε καποιον αλλο ουρανο,
στον πιο μακρινο οριζοντα,
στα σκοτεινοτερα χαη του μυαλου μου,
στ' αθεατα υψη του πνευματος μου,
σε μια υπογεια διασταση του κοσμου,
στις σκιες των ονειρων μου,
βρηκες τον πατο στ'απροσιτα βαθη της απυθμενης ψυχης μου και ριζωσες.
Διαμαντενια, γυάλινη και άυλη η υποσταση κι η μορφη σου, αόριστη.
ετσι που μ'αφήνει ελευθερη να σε σχεδιασω οπως θελω.
Φτιαγμενος απο δικα μου παθη κι φανατσιες, ανεκπληροτες επιθυμιες και σκεψεις.
Οποτε εγω θελω και τοτε
Ερχεσαι.
Φευγεις.
Εσαι...
μονο μουσικη, χτυποι καρδιας κι αισθηματα.
Η γλωσσα μου δεν ειναι αγνωστη για σενα.
Και δεν θα πεθανεις ποτε
Και δεν θα με πληγωσεις ποτε
Και δεν θα μ'αφησεις ποτε
γιατι ζεις μεσα στα ονειρα μου
ζεις μεσα απο μενα για μενα
δικος μου, μοναδικα πλασμενος στο μυαλο μου
σε ενα παραλληλο συμπαν
που κανενος η διαννοια δεν χωραει.
θα εισαι διπλα μου παντου και παντα

Εισαι...
Μπορει και η συνηδηση μου.
Μπορει να μουν καποτε εσυ
κι εσυ να εισουν καποτε εγω
σε μια αλλη ζωη?...
και τωρα δεν υπαρχεις πια,
και ζεις στο το παρλθον μεσα απο εμενα.
Δυο ψυχες σ'ενα σωμα.
Σε κουβαλω μεσα μου γι'αυτο και ξερω πως ειναι αδύνατον να σε συναντησω.
Αν παψεις να υπαρχεις, ξερω θα πεθανω.
Κι αν πεθανω δε θα υπαρχεις.

Επικοινωνουμε τηλεπαθητικα μεσα στο ιδιο μυαλο.
Δε θυμαμαι απο ποτε καταλαβα την παρουσια σου μεσα μου.
Απο τοτε που με θυμαμαι, χωρις συνειδηση του τι, και του γιατι.
Εισαι ο δικος μου θεος, γιατι οχι και ο ιδιος ο Θεος,
αφου ο θεος του καθένα μας μάς μοιαζει και πηγαζει απ'τον βαθυτερο εαυτο μας.

Βαδιζουμε ο ενας μες τον αλλον στα σιωπηλα μονοπατια του συμπαντος
Εισαι μαζι μου, κοντα μου στους ατελειωτους αιωνες της υπαρξιακης μοναξιας μου.

Απομόνωση

Υπαρχουν δυο κατηγοριες ανθρωπων.
Εγω και οι αλλοι.
Ποτε δεν εγινα κομματι τους, ποτε ενα μ'αυτους ουτε στιγμη.
Περναει ο καιρος...
και τοσο συνεχιζω να τραβω αορατα συνορα αναμεσα σε μενα και στους αλλους ανθρωπους.
Μπορει να μοιαζω οπως εκεινοι, αλλα δεν ειμαι σαν εκεινους.
Ποτε δεν σκεφτηκα με το μυαλο τους.
Στον ιδιο πλανιτη ζουμε μα οι ζωες μας ειναι διαφοερικες.
Ακομα και η πραγματικοτητα δεν ειναι αντικειμενικη.
Εγω βλεπω τον κοσμο πισω απο διαφορετικους φακους,
βλεπω τον κοσμο λιγο παραμορφωμενο.
Αλλα δεν με νοιαζει.
Ουδεποτε ηθελα να τον δω με τα ματια των αλλων.
Ουτε μ' ενδιαφερει πως μοιαζω εγω στα δικα τους.
Ο πλανιτης μου ειναι καπου μακρια απο εδω.
Λενε πως για να σταθεις πανω στον κοσμο, πρεπει να βγαλεις πρωτα το ενα σου ποδι εξω απο αυτον. Η φαντασια ειναι η γεφυρα που σε βοηθα να φτασεις στον αλλο κοσμο. Αλιμονο ομως για μενα που μενω πανω στην γεφυρα, και χανω και τους δυο κοσμους. Η μοναξια ειναι ισως υποτιμημενη. Ο Νιστε παλι ελεγε πως η μοναξια για το πνευμα ειναι οτι η διαιτα για το σωμα. Ομως το δικο μου πνευμα ειναι ενα ανορεξικο πια σωμα, κι η ανορεξια ειναι αρρωστια.
Εξαλου το δικο μου συμπαν θα ηταν αδυνατο να χωρεσει καποιον αλλον εκτος απο μενα.
Γιατι βρισκεται μες το μυαλο μου, σε εναν αλλο ιδεατο κοσμο, φτιαγμενο απο σκεψεις και φαντασιες ανθρωπων, υπαρχει, μα εξω απο εδω. Κι αν πεθανω, θα πεθανει μαζι μια ολοκληρη σφαιρα, μια αλλη πραγματικοτητα μοναδικη οπως του καθενος μας. Που ομως κανενας δεν θα το καταλαβει. Μπορει ομως κι να μην χαθει, αλλα τοτε ειναι που θα ζησει αιωνια στο χωροχρονο και να ζησω κι εγω εκει για αιωνες.

Μπαλόνια


Να μπορουσα να συγκεντρωνα στα πνευμονια μου ολη την πιεση, το ανχος που εχω μεσα μου, να τα εκανα αερα και να φυσουσα τον πονο μου μακρια. Να τα εκλεινα σε δυο μπαλονια, σε δυο ασπρα μπαλονια.
Ενα για την μιζερη καταπιεστικη πραγματικοτητα της εποχης μου, που ολο και με σμπρώχνει στην αβεβαιοτητα, που ολο και προσπαθει να πνιξει τα ονειρα μου, καρφωνοντας με το "χ" αυτο το αγνωστο που μου ζητα, τον χρονο και το χρημα.
Και τ'αλλο να το φουσκωνα με τους φοβους μου, τη δειλία και τις ανασφαλιες μου, την ανυπαρκτη αυτοπεπιθεση και σιγουρια μου και να τ'αφηνα στον ουρανο, τον γαλαζιο ουρανο, τον γυαλινο.
Να τα κοιτουσα ωσπου να χανονταν, να τα καταπιναν τα υψη.
Και μονο ενα να παιρνα μαζι μου, ενα μπαλονι κοκκινο, δεμενο με μια κιτρινη κορδελα,
να το επαιρνα μαζι μου στη αμμο, στον αφρο, στην παυση του χρονου και στου οριζοντα την λεπτη ευθεια με τον ηχο της σπιθας της φωτιας που αργοσβηνει να χανομασταν.

Κενό

Ειμαι αδεια. Τοσο καιρο νομιζα πως ειμουν στεναχωρεμενη. Διαρκως και παντα νομιζα πως ημουνα θλιμενη. Συνεχεια. Μα τελικα συνειδητοποιω πως οταν ερχονται στιγμες ευχαριστες, χαρουμενες, οταν βρισκω πραγματα που μου λειπουν, πραγματα για τα οποια νομιζα πως εξαιτιας της απουσιας τους ειμουν θλιμενη, τοτε δεν γινομαι ευτυχισμενη, δεν βρισκω χαρα. Νιωθω ξανα εκεινο το γνωριμο συναισθημα που ενιωθα και πριν, εκεινο που νομιζα πως ηταν λυπη, που την ειχα συνηθισει, αλλα τελικα δεν ηταν. Ειναι ενα συναισθημα πολυ χλιαρο, μετριο, ηρεμο και σταθερο, αγευστο, αχρωμο, δεν μπορω να το χαρακτηρισω. Ισως αυτο να ειναι το τιποτα. Δεν ανησυχω για πραγματα που γινονται στη ζωη μου, δεν ανησυχω πια για το αν καταστρεφομαι ή για το αν προοδευω, δεν νοιαζομαι για τους αλλους ουτε για μενα. Δεν νοιαζομαι καν γι'αυτο που μου συμβαινει τωρα, για την κατασταση που περιγραφω. Απλως το σκεφτομαι για λιγο και μετα συνεχισω με τον ιδιο τροπο, τον ιδιο ρυθμο, χωρις να προσπαθω να δωσω λυση, χωρις να προσπαθω για να προσπαθησω. Αισθανομαι πως το πιο ισοπεδοτικο γεγονος στη ζωη μου θα το δω με την ιδια απαθεια. Αισθανομαι πως το πιο πανυγηρικο γεγονος στη ζωη μου θα το δω με την ιδια απαθεια. Αισθανομαι μια απολυτη, ακραια, πληρης αδιαφορια. Αισθανομαι πως δεν αισθανομαι. Αυτο ειναι που αισθανομαι. Ειμαι αδεια.

Είναι φορές...

Ειναι φορες που κοιτω τον εαυτο μου στον καθρευτη και νιωθω πως η ομορφια μου ξεπερνα καθε δημιουργημα της φυσης, καθε καλουπι, καθε κανονα, πως ειναι ανυπερβλητη και σπανια και πως αν ποτε γεννιομουν αντρας θα ημουν σιγουρα η ιδανικη γυναικα γι'αυτον. Ισως ακομα και να ερωτευομαι την ιδια την μορφη μου, ενας ναρκισσισμος, μια ιδαια πως για την γοητεια μου απαιτω να μ'υπακουσουν ολα.
Ειναι ομως φορες που κοιτω τον εαυτο μου στον καθρευτη και αηδιαζω, ντρεπομαι που υπαρχω, λυπαμαι τον κοσμο ολοκληρο που ανεχεται ενα πλασμα σαν εμενα και απορω πως μ'αφηνουνε και κυκλοφορω ακομα.

Ειναι φορες που πιστευω πως ειμαι σοφη, πως ειμαι ψαγμενη, ιδιοφυέστατη και απορω με την βλακεια των ανθρωπων. Πως ειμαι εμπειρη, κοσμογυρισμενη, πως εχω ζησει κι εχω νιωσει.
Ειναι παλι φορες που νιωθω ρηχη, επιφανιακη και ευτελης, που νιωθω φτωχη, που νιωθω κενη, κουφια, αδεια και μονη.

Ειναι φορες που πιστευω πως αξιζω το καλυτερο, το λαμπροτερο, το αυθεντικο. Και αλλοτε πιστευω πως για μενα ειναι η λυπη και ο πονος, πως για μενα ειναι τα ψεματα και τα ονειρα.

Ειναι φορες που θελω να τρεξω με ολη την ταχυτητα του μυαλου μου, να τρεξω ν'αποδρασω, να ξεφυγω, να ελευθερωθω και να φωναξω...
Κι ειναι φορες που αιχμαλωτη θελω να μεινω πισω απο τα καγκελα μου, δεσμοια του κοσμου του παραλογου, και να πεθανω σιωπηλα στην πιο σκιερη γωνια.

Είναι που...

Αερας ψυχρος περνα μεσα απο το παλτο μου.
Στο παγκακι βραδυ βλεπω το φεγγαρι,
εκεινο το μισο που μολις φενεται πισω απο τα κλαδια του δεντρου,
πανω απο τα φωτα της πολης.
Θελω να κλαψω, τα δακρυα νιωθω ν'ανεβαινουν,
μα μεσα απο το στηθος μου νομιζω πως θα σταξουν,
εκει απ'οπου ειναι η καρδια μου.
Δεν ξερω...
Ειναι τα γελια των ανθρωπων που ακουγονται μακρια
Ειναι ο ουρανος που ειναι στοργικος και μαυρος
Ειναι το αρωμα του πρασινου τρυγυρω
Ειναι ηχος του νερου που πεφτει απαλα
Ειναι αυτη η μοναξια μου, η δικια μου,
Ειναι η γλυκια αυρα σου που νιωθω γυρω μου και με τυλιγει,
που ζεσταινει τα δακρυα μου,
Ειναι που νιωθω την παρουσια σου καπου βαθια μεσα μου,
Ειναι που μου λειπεις,
Ειναι ο αερας που μου τραγουδα με την φωνη σου,
Ειναι που ξερω πως δεν ειμαι μονη,
πως εισαι εδω μαζι μου.
Ειναι που ξερω πως δεν σε γνωριζω,
πως δεν σε συναντησα ποτε.

Ειναι που ξερω πως δεν υπαρχεις

Κι ομως ειναι που στην λεξη αγαπη, εσενα μονο φερνω στο μυαλο μου.


Make the difference

Η ομορφια βρισκεται στην ποικιλια.
Φανταστειται ενα ενα μουκετο με λουλουδια? Ενα λιβαδι. Ειναι ομορφο να υπαρχουν ομοια λουλουδια, μα ειναι ακομα ομορφοτερο οταν το ματι σου χαζευει πολλα χρωμσατα, διαφορετικα σχηματα και διαφορετικς μυρωδιες μαζι δημιουργουν ενα αρωμα απροσδιοριστο που νομιζεις μως με μια ανασα γευτηκες το καθενα.
Η διαφορετικοτητα ειναι ομορφια και οχι απειλη. Δεν υπαρχουν ιδιοι ανθρωποι. Μπορει ισως να μοιαζουν μα... ο καθενας τους ειναι μοναδικος. Κανουμε το απαισιο λαθος να κατατασομαστε σε κατηγοριες ωστε να ομαδοποιουμαστε για να νιωθουμε ιδιοι με καποιους. Ετσι ομως στρεφομαστε μετα εναντιον αλλων ομαδων τρεφοντας αισθηματα μισους και απεχθειας εξαιτιας της διαφορετικοτητας τους. Η κοινωνια ειναι η τρομερη αυτη επιννοηση των ανθρωπων για να ελενχουν αυτες τις ομαδες και να τονιζουν τις διαφορες μεταξυ τους ως κατι το ασχημο και επικινδυνο, δημιουργουν εναν πολεμο μεταξυ των ανθρωπων καλλιεργοντας τους την πεποιθηση πως η διαφορετικοτητα χωριζει και δεν εννονει. Και αν καποια απο τις ομαδες ειναι πιο αδυναμη, περιθωριοποιειται και απομονωνεται απο τις αλλες.
Γι'αυτο και οι ανθρωποι φοβουνται. Φοβουνται ν δειξουν πως ειναι διαφορετικοι, φοβουνται αν δειξουν τις αδυναμιες τους, τα παθη τους, βοβουνται να σηριξουν τις επιλογες τους οποιες κι αν ειναι αυτες, φοβουνται τον κοσμο, φοβουνται την κριτικη των αλλων που κι εκεινοι με την σειρα τους ζουν με ιδεες που προβαλλει και αποδεχεται η κοινωνεια και οχι η καρδια τους. Εμεις οι ανθρωποι φοβομαστε να ειμαστε ο εαυτος μας. Καμια φορα φοβομαστε οχι μονο τους αλλους αλλα και τον ιδιο μας τον εαυτο. Τρεμουμε να κοιταξουμε τι πραγματικα ειμαστε, τι πραγματικα θελουμε και καταπιεζομαστε κατω απο κανονες που μας εχουν κανει οι αλλοι να πιστεψουμε πως ειναι σωστοι και νιωθουμε ενοχοι και ντρεπομαστε αν το ενστικτο και οι επιθυμιες μας πανε κοντρα με την ηθικη. Δεν ειναι φυσιλογικο λεμε. Μα ποιος μας οριζει τι ειναι φυσιλογικο?
Καθε ενας απο μας ειναι ξεχωριστος και οφειλει αν αναδυκνυει την διαφορετικοτητα του και να νιωθει περηφανος και οχι ενοχος γι'αυτη. Ειναι εφιαλτικα ασχημο αυτο που γινεται σημερα. Ολοι εχουμε γινει μια μαζα, ενας οχλος, ολοι με τις ιδιες ιδεες, τις ιδιες πεποιθησεις, τα ιδια γουστα, την ιδια μουσικη. Και τους λιγους αυτους που κατεχουν το θαρρος την γνωμης τους, της προσωπικης τους γνωμης, η οποια πηγαζει απο μεσα τους τους κανουμε περα, τους υποττιμουμαι και τους αγνοουμε επειδη θεωρουμε πως ανοικουν εξω απο τον τοιχο μας, επειδη απλως ειναι διαφορετικοι απο μας.
Πρεπει να προσπαθησετε να αποφυγετε τα προτυπα που σας προβαλλει η κοινωνια, τα προτυπα που θεωρουνται απο αλλους αποδεχτα ή σωστα, πρεπει να ανακαλυψετε ποιος πραγματικα ειναι ο εαυτος σας, η δικη σας προσωπικοτητα. Νομιζετε πως ο,τι ακολουθειτε μεχρι σημερα ειναι δικη σας επιλογη, αλλα αν ψαξετε μεσα σας θα καταλαβετε πως οδηγηθηκατε εκει απο αλλους παραγοντες, κατι σαν πλυση εγκεφαλου, παρα με την δικη σας θεληση. Και οταν βρειτε επιτελους ποιοι ειστε μπορει και να τρομαξετε, και να αμφιβαλετε, και το απορριψετε γιατι τελικα θα δειτε εναν πολυ διαφορετικο ανθρωπο απο αυτον που συνηθισατε, που πιστεψατε πως εισασταν. Αυτος ο διαφορετικος ανθρωπος θα ειναι τελικα ο αυθεντικος. Πιθανον ομως να μην σας αποδεχτει κανεις, επειδη σημερα κανεις δεν αποδεχεται το αληθινο, ή τρομαζει, ή το αγνοει βρισκοντας το ανιαρο και λιτο. Θα υπαρξουν ομως ατομα που με ιδιαιτεροτητες κι αυτα θα σε καταλαβουν και θα σε αποδεχτουν, γιατι εχουν μαθει να αποδεχονται την αληθεια. Οπως και να χει, αλλαξε για τον εαυτο σου, και οταν λεω αλλαξε δεν εννοω σε κατι καινουριο, αλλα πισω σε αυτο που πραγματικα εισαι, αποδεξου και μεινε ο εαυτος σου για σενα. Ακομα και να μην πετυχεις στην ζωη σου, θα εχεις καταφερει ενα πραγμα, αυτο που αν και οσοι πετυχαν, δεν το καταφεραν ποτε.

Hatred

Βαθιά ντροπη νιωθω για το ειδος που λενε πως ανηκω.
Μακαρι ο κοσμος ενας βόλος να 'τανε στο χερι μου,
και να τον επνιγα μεσα σε λεκανη με φαρμακι.
Γεννηθηκα...
για να με πεταξουν σε λακο με σκουλικια, να καταπινει το ενα τ'αλλο.
Τα σιχαμενα τους μυαλα ειναι ανημπορα να δουν την ομορφια.
Τα σιχαμενα τους μυαλα μπερδευουν τους βαλτους με τις θαλασσες
μπερδευουν τα αγκαθια με τα ανθη
τις πληγες ανοιγουνε και σκαλιζουνε, νομιζουνε πως τις θεραπευουνε,
τα παιδια τους καταπινουνε, νομιζουνε πως τ'αγαπουν,
σκλαβοι ειναι, νομιζουνε πως ειναι ελευθεροι,
τον "θεο" λατρεουνε ενω ειναι ο διαολος που περισσοτερο του μοιαζει

Μολυνουν καθε τι αγνο.
Το μονο αγνο ειναι το μισος προς καθε τι ανθρωπινο,
Μακαρι να βαζα φωτια, να καθαρισει τουτο τον ιο.
Οικογενεια και φιλοι, να τους δω να καιγονται, να λιωνουν.
Αναποδα να τους κρεμασω ζωντανους ακομα
τα σαπια πτωματα τους τα σκυλια ας φανε
κι εγω θα ζαλιζομαι γλυκα απο τη μυρωδια του αιματος στον αερα.
Θα κλαψω... αλλα απο συγκινηση κι απο χαρα.
Μικοι μεγαλοι παιδια και γεροι,
αξιζει στους ανθρωπους ενα τετοιο τελος.
Νεοι να ψοφισουνε καλυτερα ακομα.
Κοκκινα τα δακρυα και καμια ανασταση δεν μελλεται για σας.

Αν ηταν θα τους εκοβα χαρτινα ανθρωπακια
τοσο μικρα οσο και η ψυχη τους.
Μιλουν, μιλουν συνεχεια, καθε λεξη τους σκουπιδι.
Καθε λεξη τους λεπιδι που εχω ακομα πανω μου και με σκιζει

Γιατι πρωτοι σκοτοσαν κατι μεσα μου σαν δολοφονοι
Μπορει να ναι ζωντανοι ακομη,
μα μεσα μου τους θαβω καθε μερα με χωμα βαρυ και μαυρο.
Μεσα μου καθε μερα τους σκοτωνω, τρωω τις σαρκες τους και τους τελειωνω.
Κι ειναι ο κοσμος πια για μενα, ενα τεραστειο νεκροταφειο


Στο αίμα κυλά η ζωή

Φοβαται.
Νιωθει τον δαιμονα της αιωνιας μοναξιας του να ερχεται απο το βαθος του διαδρομου. Θα ερθει γι'αυτον. Το ξερει.
Παντα ερχοταν.

Λυπαται.
Λυπαται για την την λεπτη του εμφανιση, για το λευκο του δερμα, για τα μαυρα του μαλλια,
μα λυπαται πιο πολυ για τα μεγαλα του ματια, τα γαλαζια ματια, τα ομορφα του ματια. Για τα λεπτα του φρυδια.

Μισει την εικονα του. Μισει αυτο που οι αλλοι βλεπουνε. Το περιτυλιγμα του.
Σιωπηλος κι ακινητος. Χωρις χρωμα, χωρις ζωη.
Δειχνει αδειος μα μεσα του ανθιζουν τριανταφυλλα.
Μισει το δερμα του, ασπρο, δειχνει κρυος, πεθαμενος.
Ναι... κρυος μα μεσα του βραζει.
Κανενα ιχνος ζωης σ'αυτο το σωμα, ν' αναπνεει αραγε, να νιωθει?
Κατω απο το δερμα του οι φλεβες διακρινονται ευκολα και ειναι γαλαζιες κι αυτες και λεπτες και κρυες... νομιζεις πως δεν ειναι φλεβες, ειναι ποταμια.
Ποταμια που δεν ρεουν.
Ποταμια κρυα.
Ποταμια παγωμενα.
Που δεν εχουν την δυναμη να δωσουν στην καρδια για να χτυπησει.
Δεν υπαρχει ζωη.

Δεν το αντεχει αυτο το σωμα. Θελει να φωναξει, "εδω ειμαι! Αισθανομαι και κλαιω".
Κοβει λοιπον το δερμα του. Και τρεχει το αιμα πανω στο ασπρο και κυλα, κυλα γρηγορα για να ξεφυγει, ορμητικο και κατακοκκινο, σχεδον πορφυρο. Μα προ παντων πολυ ζεστο.

Αγαπω την φωνη σου, την χρεια της φωνης σου, τον τονο της φωνης σου, τον τροπο που μιλας, που γελας, που θυμωνεις, που κλαις. Ολοι ειναι πιο γλυκοι οταν κλαινε, ειναι πιο ομορφοι οταν πονανε, γινονται ανθρωποι. Αγαπω τη θλιψη σου. Αγαπω τον τροπο που περπατας, που κινείσαι. Εχεις ολα αυτα που δεν εχω. Αγαπω το βλεμμα σου. Εστω μια ματια σου πανω μου, ετσι... καταλαθως κι εγω θα εχω λογο να ξυπνησω ξανα αυριο. Δε με γνωριζεις. Επλιζω καποια φορα να μου μιλησεις, να σου δωσω ισως κατι που θα εχεις χασει και να μου πεις ευχαριστω... και να φυγεις... και να το ξεχασεις. Κι εγω θα θυμαμαι πως με κοιταξες και μου μιλησες και θα χω καποιο λογο να ζησω, θα χω κατι να θυμαμαι. Αραγε θα με φερεις καποια στιγμη, καποτε για λιγο στο μυαλο σου? Αν αισθανθηκες ποτε σου μονος, ενιωσες την σκεψη μου? Ενιωσες πως εκει εξω, καποιος υπαρχει που σε σκεφτεται και νοιαζεται για σενα?

The Illusionist's Dream


Εσυ εδω?
Δεν αντεξες κι ηρθες στην νεκρικη αγκαλια μου.
Κι ηρθες στο ονειρο μεσα απ τ'ονειρο σου.
Μα τα ονειρα ειναι ψευτικα.
Στην αλλη οχθη να φτασεις δεν μπορεις.
Εκει που ολα ειναι άυλα, εκει που ολα αιωρουνται.
Κι ηρθες στον κοσμο των ψευδαισθησεων, σ'ενα κοσμο του μυαλου σου.
Δεν ειναι εφιαλτης.
Η φωνη που ψιθυρίζει δεν ειναι αγγελος, δεν ειναι δαιμονας.
Ειμαι εγω.
Εσυ θελησες, Εσυ διαλεξες, Εσυ ηρθες.
Φυγε.
Δεν θα με βρεις αγαπη μου.
Δεν μπορεις καν να με δεις.
Νιωσε μονο την παρουσια μου,
νιωσε την ζεστασια της καρδιας αφου νομιζεις πως χτυπα,
η ασθηση της υπραξης μου,
μονο αυτη ειναι τ'ονειρο σου.
Την μορφη σου να! την βλεπω.
Βλεπω το μακρυ σου γκρι πουκαμισο,
Δεν βλεπω τα ματια σου, δεν βλεπω το προσωπο σου.
Βλεπω μια λευκη, ολολευκη μασκα. Και τα χερια σου τοσο λευκα ειναι.
Μα γιατι τοσο χλωμος? Δεν πρεπει να εισαι εδω.
Δεν μπορεις να με φερεις πισω.
Ειμαι ελευθερη.
Ειναι ο αποχωρισμος σκληρος, μα παντα θα σ'ακολουθω,
οπως τα κυμματα ακολουθουν την πορεια που τους δινει ο αερας.
Απλως φυσα μου κι εγω θα σε οδηγησω.
Για να το εκτιμισεις, θα πρεπει να μ αφησεις.
Ξεκινα μη φοβασαι, διεσχισε τα μονοπατια,
αυτα τα γκριζα απο τη σταχτη μου.
Τρεχα στ'αστρα του σιωπηλου ουρανου.
Περπατα στις μπλε θαλασσες.
Τις γαλήνιες.
Δεν θα πνιγεις.
Εδω ειναι ονειρο.
Εδω ειμαι εγω. Εδω δεν πεθαινεις.
Εδω ειναι ονειρο.
Εδω δεν πεθαινεις γιατι ειναι ψεμα.
Γιατι δεν ειναι ζωη.
Στα ονειρα εισαι θεος, στα ονειρα εισαι αθανατος.
Μη φοβασαι λοιπον προχωρα.
Ειμαι εδω αγαπη μου.
Σε καταπινουνε τα κυμματα, σε σμπρωχνουνε τα συννεφα.
Ο οριζαντας ειναι ειναι λεπτος, ειναι μακρυς,
απ'οπου κι αν γυρισεις μονο αυτον θα δεις.
Κατω απο την μοβ σου γυαλα.
Μπορεις να νιωσεις την μοναξια?
Το δηλητηριο στις φλεβες σου?
Νιωθεις να σε καιει, να τσουρουφλιζει το μυαλο σου.
Νιωθεις να γερνας.
Μα τωρα αγαπη μου οπως οι ακτινες του ηλιου θα σ'αγγιξει η γνωση,
θα μαθεις να κολυμπας στ'ορμητικο ποταμι της ψυχης σου,
θα περπατησεις πανω σε γυαλιά ξυπολυτος και δε θα πονας.
Δεν θα εισαι για πολυ μονος,
γιατι... εδω που νομιζεις ταχα τωρα πως βρισκεσαι στην κολαση,
εδω στην γη αυτη που βραζει,
ειναι ο τοπος της καρδιας σου, της κοκκινης, της φλογερης ψυχης σου.
Καίει η αγαπη και το μισος. Μη ξεχνας πως εισαι ακομα ανθρωπος.
Εδω λοιπον αντιμετωπισε τους δαιμονες σου, και καψτους.
Γιατι ειναι δικοι σου.
Θαρρεις πως με τη δικη σου δυναμη δεν σπανε.
Μα στη δικη σου καρδια μεσα ζουνε,
Και με την δικη σου θεληση θα βρουν τον θανατο,
τον οριστικο, τον μη αναστασιμο.
Οχι, μην κλαις, μην απελπιζεσαι αγαπη μου.
Ο θανατος ηρθε σε μενα οπως ερχεται σε ολους μας.
Μην προσπαθεις να τ'αλλαξεις.
Μα ζησε για την ιδια την ζωη.
Ο θανατος περιμενει τους ζωντανους.
Γυρνα πισω. Εξαφανισου, ξεχνα με.
Με την βοηθεια μου θα πεταξεις το κλειδι,
αυτο που δεν ανοιγει καμια πορτα πια,
δεν ξεκλειδωνει κανενα μυστικο,
καμια ελπιδα.
Κριμα!
Και τα δακρυα σου χυθηκαν τοσο ζεστα για το αποκτησεις.
Και τωρα.. το χρειαζεσαι πραγματικα? Οχι, πετα το.
Σ'εκεινον τον γκεμο, σ'εκεινη την αιχμη,
πανε και στασου,
κοιτα κατω... τοσο ψηλα δεν βρισκεις πια το χωμα.
Δεν ειμαι εκει.
Μα πηδα κατω αγαπη μου.
Δεν θα βγαλεις φτερα, δεν θα πεταξεις,
δεν θα δε σωσει κανεις αγγελος.
Μα μην φοβασαι.
Ονειρο ειναι. Θα ξυπνησεις.
Πεσε απαλα και...
ξυπνα.


Χρειαζομαι να ζησω

Χρειαζομαι καποιον τρελο,
καποιον που να μην φοβαται να ζησει.

Μακαρι να ειμουν τρελη μα δεν ειμαι, ετσι χρειαζομαι καποιον αλλον για να με κανει να ζησω.
Οι καλυτεροι ανθρωποι εξαλλου ειναι τρελοι, οι μονοι ελευθεροι ανθρωποι.

Η ζωη ενα τεραστειο παρτυ. Ενα χωρος γεματος μουσικη και ανθρωπους και χαος. Για να περασεις καλα πρεπει να πιεις, να διασκεδασεις και να κανεις πραγματα χωρις να σκεφτεσαι, ουτε το πριν, ουτε το μετα, ουτε καν και το τωρα. Να μην ενδιαφερεσαι για τιποτα, να μην νοιαζεσαι παρα μονο για την ευχαριστηση σου.

Γιατι ζουμε? ζουμε για να ζουμε.
Και την ζωη δεν ζεις χωρις αμαρτιες. Η ζωη σου πρεπει να ναι μια τεραστεια αμαρτεια. Αμαρτεια ναι. Γιατι πανω απ'ολα εισαι ανθρωπος. Ζεις για τις απολαυσεις, για τις αδυναμιες, για τις ηδονες, για τα παθη. Μην προσπαθεις να καταπιεσεις της επιθυμιες σου. Το να ενδιδεις σ' αυτες σημαινει πως ζεις. Η αμαρτεια ειναι το οξυγονο σου. Και ο πονος, η μελανχολια, η θλιψη απλως ειναι κομματι σου και αισθηματα που δεν θα ενιωθες αν φοβοσουνα να ζησεις. Ελευθερωσε καθε τι που σε κρατα αιχμαλωτο των κανονων. Δεν υπαρχουν. Δεν υπαρχει σωστο και λαθος. Διαλεγεις καθε τι που σε κανει ευτυχισμενο, που σε κανει να νιωθεις πληρης, που σε κανει να νιωθεις πως υπαρχεις και κυριως που σε κανει να νιωθεις ζωντανος.

Οι ανθρωποι ειναι αυτοι που γεμιζουν την ζωη μας. Δυστυχως ή ευτυχως διχως την παρουσια τους ειμαστε απλως κουφαρια. Πρεπει να μας γεμιζει κατι, πρεπει να τρφομαστε με κατι για να ζουμε.
Αναμνησεις. Ακομα και οταν ο,τι αγαπαμε θα εχει φυγει (γιατι οι ανθρωποι παντα φευγουν) αυτες θα υπαρχουν ακομα.
Νοσταλγια. Ειναι υπεροχο συναισθημα. Ειναι μια ζεστη, πικρη θλιψη σαν κλαμα βιολιού. Ειναι το συναισθημα που σου θυμιζει πως καποτε ενιωσες, αγαπησες, δεθηκες με καποιον και γι'αυτο τωρα τον θυμασαι και ισως να τον θες πισω, ισως απλως να τον κρατας εκει, στο παρελθον, ασφαλη και ομορφο επειδη ηταν κι αυτος κομματι της ζωη σου. Και γυρνοντας πισω οσο πιο πολλους ανθρωπους φερνεις στο μυαλο σου τοσο πιο πλουσιος καταλαβαινεις πως εισαι.

Το να κοιτας γυρω σου πραγματα και να συνδέεις τα παντα με καταστασεις και ανθρωπους ειναι ενας θυσαυρος δικο σου, που δεν μπορει να σου τον κλεψει κανεις. Να ακους ονοματα και να φερνεις στο μυαλο σου προσωπα, να ακους ενα τραγουδι και παλι να θυμασαι ανθρωπους, να βλεπεις τον ηλιο, τη θαλασσα ή το φεγγαρι και να φερνεις στο νου σου τη μορφη καποιου, να βρισκεσαι ενα βημα πριν τον θανατο και καθως περνα η ζωη μπροστα στα ματια σου υπαρχουν στιγμες, καταστασεις, ερωτες, μισοι, εξαρτησεις και ανθρωποι, τοτε κλεινεις τα ματια σου χαρουμενος, χωρις να σε νοιαζει που φευγεις γιατι φευγεις πλουσιος, με ψυχη που την γεμισες αισθηματα, με σωμα που χρησιμευσε που ενιωσε απολαυσεις, μην σε νοιαζει ο θανατος γιατι εχεις παρει την ζωη και την κερδισες.

Death Pass

Μα ποτε μου δεν καταλαβα...
γιατι τον θανατο οι ανθρωποι ολοι τον φοβουνται,
γιατι τον τρεμουνε γιατι νομιζουνε πως απειλουνται
γιατι στην σκεψη τους μαυρα μονοπατια δημιουργουνε,
και δυστιχισμενοι θεωρουνται οσοι τον διαβουνε.

Ειναι ισως του ανθρωπου τα τελευταια λεπτα,
που ειναι οδυνηρα και πνιγηρά.
Ειναι ισως των προσωπων των αγαπημενων ο αποχωρισμος
που ξερω ειναι πικρος, ειναι παντοτινος.
Ειναι ισως του θνητου η φυση που τον θανατο φοβαται,
που γυρω απο το αγνωστο, το αποκοσμο πλαναται
και καταδικαμεος σ'αυτον ειναι απο τοτε που γενναται,
Ειναι ισως επειδη αυτος δεν κυβερναται, δεν ερευνάται,
και τιτλους  και ονοματα ο Χαρος δεν θυμαται.

Μα και παλι ο θανατος δεν ειναι αυτος που πρεπει να φοβασαι,
στο μυαλο μου ολα εχουν αλλη θεση.
Κι η ζωη ειναι εκεινη απο την οποια θελω να ξεφυγω,
και τον θανατο δεν προσπαθω να αποφυγω.
Η ζωη ειναι ο κοπος, ο μοχθος και ο αγωνας,
ειναι ο πονος, η θλιψη και η απογητευση.

Δυναμη και θαρρος θελει για να ζεις.
Εγω δεν εχω τολμη, ειμαι δειλη.
Την ζωη την χαιρονται μοναχα οι τρελοι,
ποσο θελω να τους μοιασω.
να μπορεσω μαζι τους να την απολαυσω.

Ο θανατος μια πυλη απλως για μενα παραμενει,
μια πορτα πλατινενια, βαρυα και σκαλυσμενη,
μεσα απ'αυτη θα περασω στην ζωη μου,
το σωμα ελευθερη θ'αφησει την ψυχη μου,
και θα δει εκεινη τοτε ενα γνωριμο τοπιο,
θα δει μια παραλια ολοχρυση στο φως ν'αστραφτει,
θα δει διαφανα κυμματα στους κοκκους της να σπανε,
θα δει μια θαλασσα κρυσταλλινη, ισως και γοργονες να τραγουδανε,
θα δει εναν ουρανο τουλινο και συννεφα ζωγραφισμενα να περνανε,
χρωματα πορτοκαλιά και κοκκινα και μοβ θα ειναι ποτισμενα,
και στο βαθος του οριζοντα αριστερα λαμπρος θα ανατελει ο ηλιος,
οι ακτινες του μεσα απο τα συννεφα σαν βροχη το νερο θα τρυπανε,
και θα κοιταζω τοτε τον ηλιο καταματα και δε θα με θαμπωνει,
και αρωμα καλοκαιριου τρυγυρω, μελοδικη σιωπη,
μια γλυκυτατη ζεστασια θ'αγκαλιαζει την ψυχη μου
και μια αναμνηση αμυδρη μονο να μεινει
της δυσης που αφησα πισω μου,
της νεκρης της υπαρξης μου.


Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

Freedom

Ονειρευομαι να νιωσω,
αυτο που λεγεται ελευθερια.
Τοσο ωστε καθε κυτταρο του σωματος μου να γινει αερας να γινει ανεμος,
τοσο ωστε να ενωθω με το συμπαν, με τον οριζοντα, με τ'απειρο...
τοσο ελευθερο οσο κι εκεινο να γινω.

Τα ματια μου ν'αλλαξουν χρωμα,
να βλεπω περα απο τα συννεφα,
μεσα στις καρδιες.
Το μυαλο μου να λυθει,
τοσο που να μην καταλαβαινω ποιος ειμαι εγω που υπαρχω.

Θελω να τρεξω γυμνη στους δρομους,
να χυθω μες τους ανθρωπους, χωρις να τους υπολογιζω.
Θ'ανακατευονται οι εικονες, οι σκεψεις.
Θ τρεχω θα χορευω με κομμενα ποδια,
μα δε θα νιωθω,
γιατι τιποτε δεν θα ναι ο πονος.

Με παθη θελω να ζησω τη ζωη,
η ζωη ειναι η ηδονη, ειναι η ενταση, ειναι η ορμη.
Θελω να πονεσω, ν'απολευσω, ν'αφεθω, να εξαρτηθω και τελικα να σπασω.
Θελω να ζησω.
Να γινω καποιος αλλος.
Θα βουτιξω στην μπογια το σωμα μου,
να γινω μπλε, να γινω ολοκληρη νερο,
για να κυλισω και να φυγω.
Γκλιττερ θα γεμισω το μαλλι μου και το σωμα,
και θα τιναξω το κεφαλι με δυναμη που θα νιωσω τον λαιμο να σπαει.
Και θα σκρπισω γυρω μου την σκονη,
την χρυσοσκονη στον αερα,
και θα βλεπω τοτε σε κινηση αργη του κοκκους της αστραφτερους,
να ξεχυνοννται τρυγυρω και να λαμπουν
σαν αστερια κι εγω στην μεση ηλιος.
Κι ο κοσμος περα θα θαμπωνεται,
ισως και καθολου στην ματια τους να μην πεσω, μα να μην με νοιαζει.
Να τσιριξω, μ'ολη την δυναμη του σωματος μου να χοροπηδω,
απο τη μουσικη να σπασουνε τ'αφτια μου.
να χασω το μυαλο μου,
να ξεχασω ανθρωπος πως ειμαι, αντρας η γυναικα.

Να ζησω ετσι δεκα χρονια κι οταν αυτα περασουνε να μου φανουν πως ητανε λεπτα, να μου φανουνε ονειρο.

Ν'αφησω το κλουβι της κοινωνιας αυτης,
της γης και τους ανθρωπους της
και ν'αφεθω στο χαος της αβυσσου της ψυχης.
να νιωσω στα κοκκαλα μου την ελευθερια.

Θελω να ζησω.
Δε βοφαμαι να πεθανω... οχι ποτε μου δεν φοβηθηκα,
τρεμω μονο να πεθανω χωρις να εχω ζησει.


Τρίτη 6 Μαρτίου 2012

Beauty


Υπαρχουν ομορφοι ανθρωποι,
ανθρωποι που με κανουν να ελπιζω,
να τρεφω καποια μικρη συμπαθεια προς το φθινο αυτο ειδος μας.

Υπαρχουν ομορφοι ανθρωποι,
αρμονικα τα χαρακτηριστικα τους,
μου δημιουργουνε μια πληροτητα.

Ομορφα ολα πανω τους ταιριασμενα
ενα γλυπτο, εργο τεχνης το προσωπο τους,
μα τοσο ταλεντο ειχε καθως τους επλασε η φυση.

Υπαρχουν τοσο ομορφοι ανθρωποι,
που με κανουν να νιωθω αδυναμη, ανυμπορη,
ικανη μοναχα για να σταθω σιωπηλη εκει,
και να θαυμασω, να χαθω στην μεθυστικη τους αυρα,
λες και με αορατα μαχαιρια μου σπανε τα κοκκαλα και με αναγκαζουνε να υποκλιθω.

Ειναι δυναμη της ομορφιας τοσο δυνατη,
σαγινευει την ψυχη μου,
ομορφαινουν ξαφνικα τα παντα γυρω.
Αν και η ομορφια ειναι κρυμμενη,
αποκαλυπτεται σε μενα με τετοιο τροπο οταν θελει,
παραδοξη και αποκοσμη,
ξερει και με κυριευει.

Μα την ομορφια απο μακρια μονο μπορω να την θαυμαζω.
Δεν θα την πλησιασω, δεν θα την απολαυσω.
Εχει επιλεξει απροσιτος θεος για μενα να ναι.
Μα εγω την ευχαριστω που τη ζωη μου τη γεμιζει,
μου δινει χρωμα την ζωη μου για να βαψω,
μου δινει αισθηματα για την καρδια μου να χτυπησει,
μα πανω απ'ολα την ευχαριστω
που δινει τροφη στα ονειρα μου για να υπαρξω.

Υπαρχουν ομορφοι ανθρωποι,
στολιδια του κοσμου,
ενα κομματι τους μαζι μου εχω παρει,
ας ξερουν πως την συμπαθεια μου εχουνε κερδισει,
και πως για την δυσμορφη ανθρωποτητα λιγο μου αλλαζουνε την γνωμη.

Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Usual night

Και αλλη μια νυχτα που δεν εζησα. Ειμουν εκει, ειμουν μαζι τους, μα δεν ζουσα τιποτα απο την στιγμη, τιποτα απο την πραγματικοτητα. Πολλες φορες μου συμβαινει αυτο. Σχεδον παντα. Δεν το κανω επιτηδες, απλως το μυαλο μου δεν συμμετεχει και ουτε θα μπορεσει ποτε να επικοινωνησει με τους ανθρωπους γυρω μου. Το πνευμα μου δεν βρισκεται στο σωμα μου. Αιωρειται, απο δω κι απο κει. Εχω πιει πολυ. Δεν ξερω ποσο ειναι το πολυ, τουλαχιστον ετσι μου λενε οι γυρω μου. Με πιανει κι ευκολα το ποτο ειναι η αληθεια. Εγω παντως νυσταζω και βαριεμαι. Νιωθω το κεφαλι μου βαρυ και το σωμα μου δεν υπακουει στις εντολες που του δινω, μενει εκει, ξαπλωμενο, ασαλευτο.

Φασαρια γυρω μου. Πολυ φασαρια. Ειναι ωρες που επικεντρωνομαι στη μουσικη, σ'αυτον τον ιδιαιτερα χαλαρωτικο ηχο της κιθαρας, δεν ακουω τιποτα αλλο. Αλλες ομως φορες δεν νιωθω παρα ενα βουητο, ενα θορυβο που στο τελος αρχιζει να γλυκιανει και γινεται μουσικη. Ειναι τα ομιλιτα των ανθρωπων, οι συζητησεις τους, φωναζουν ολοι απο παντου προκειμενου να ακουσουν ο ενας τον αλλον, οι κραυγες τους, τα γελια τους, στην αρχη εκνευριστικα μεχρι που χτυπουν, τρυπουν το κεφαλι μου. Υστερα ολοι αυτοι οι ηχοι γινονται ενα, η μουσικη, οι φωνες, δεν μπορω πια να ξεχωρισω το ενα απο το αλλο. Ναι, ολα εγιναν ενα. Εγιναν μια μελοδια, ενας ρυθμος, ενοχλιτικος ή εύηχος, δεν ξερω δεν με νοιαζει, μα σιγουρα οικείος σε μενα.

Αγαπω τους ξενους. Ολοι αυτοι οι αγνωστοι τρυγυρω μου, παραδοξεως γνωριμοι σε μενα. Ολη αυτη η ζαλη, ολο αυτο το μίγμα των ανθρώπων, των σκιων και των ηχων ειναι φιλικο, με κανει και νιωθω τοσο ανετα, να εισπνεω δικο μου αερα, αερα του σπιτιου μου. Ανθρωποι... κι ας μην τους καταλαβαινω... Ο καθενας με τα δικα του ματια, με τις δικες του κινησεις, τα δικα του βηματα, τον δικο του τονο της φωνης. Δε με ξερουν, δε τους ξερω, οι περισσοτεροι αμφιβαλω αν με συμπαθουν, αν ειναι "καλα" παιδια (οπως λει κι η γιαγιά μου) αλλα δε με νιαζει. Μου μιλανε καποιοι αλλα τους αγνοοω. Αθελα μου, οχι εσκεμμενα.

Οι σκεψεις μου συνεχεια πετουν. Το μυαλο μου σπανια καθεται μες το κεφαλι μου. Ολο φτερουγιζει, ολο και ανεβαινει, ανεβαινει... φευγω... βλεπω τα παντα τωρα απο ψηλα. Ολοι φαινονται τοσο μικροι. Χαχαχα... τι χαριτομενοι! Ολα μικρα, ασημαντα, ευθραυστα. Τα τραπεζια, τα ποτα, τα φωτα, οι ανθρωποι. Μα ειμαι κι εγω μεσα σ'αυτα? Ειμαι, μπορει. Να εκει πινουν οι φιλοι μου. Φιλοι χαχααχα... ενταξει. Ξερω πως δεν εχω ουτε θα αποκτησω ποτε. Ξερω πως κανενας δεν ειναι ικανος να αντιληφθει το ελαχιστο των αισθηματων μου, του εαυτου μου. Μα εδω καλα καλα δεν τον ξερω εγω, πως απαιτω λοιπον να τον καταλαβουν και οι αλλοι? Ομως... κάθε φορα που βγαζω κατι αληθνο, κατι απο το μεσα μου, οταν τους προσφερω λιγο αιμα απο τις φλεβες μου ολοι αηδιαζουν, αλλοι κοροιδευουν, αλλοι χλευαζουν, αλλοι δεν δινουν απλως καμια σημασια. Τωρα θυμαμαι τα λογια μου, τις πραξεις μου. Αυτη δεν ειμαι εγω. Σιγουρα οχι. Τιποτα δεν ειναι πραγματικο, τιποτα δεν ακολουθησε ποτε την λογικη μου. Καθε φορα συμπεριφερομαι εστι. Μπορει  ισως να ειναι καλυτερα να εχουν μια λανθασμενη, μια κακη εικονα για μια ψευτικη Ελενα, παρα να εχουν μια ασχημη εικονα για την αληθινη. Και... δεν με πολυενδιεφερει. Ο,τι και να πιστεψουν. Γιατι δεν ειμαι εγω. Ποτε δεν ειμουν. Τι με νοιαζει λοιπον αν σιχαίνονται κατι που δεν ειμαι? Παντα ειμαι η αλλη, παντα ειμαι εκεινη και οχι η εγω, παντα ειμαι η περιθωριακη, η αδεια. Δεν ξερω γιατι το κανω αυτο στον εαυτο μου. Κατα καποιον τροπο αγαπω τον εαυτο μου, τον αγαπω παρα πολυ οχι με την κακη εννοια, αλλα γιατι ειμαι η μονη μου με ξερω, που ξερω την ψυχη μου.
Τωρα που το σκεφτομαι δεν ξερει κανεις τιποτα για μενα. Δεν θυμαμαι να μιλησα ποτε για τα αισθηματα μου, για τα προβληματα μου, δεν θυμαμαι να ζητησαν ποτε τη γνωμη μου, την αποψη μου, δε θυμαμαι να λυσμονησε κανεις την παρεα μου.

Με πνιγουν οι σκεψεις μου. Ηπια πολυ. Νυσαζω. Νυσταζω τοσο. Σε ποιον ακουμπαω τωρα και γερνω? Μ'αρεσει αυτο το χαος. Εδω που ειμαι παντα ελευθερη, που ειμαι παντα ξενη.  Γι'αυτο μ αρεσει. Δεν γνωριζω, δεν με ξερουν, κι ομως μπορω να καθισω οπου θελω, να περασω καποιο χρονο κοντα τους, αλλα ποτε μαζι μ'αυτους. Γιατι ισως καταβαθως τους εχω αναγκη. Ολοι γυρω μου μιλουν, γελουν, κινουνται. Δεν ειμαι εδω. Βλεπω το σωμα μου που ξαπλωνει και ξεχνω πως ειναι δικο μου. Εγω αιωρουμαι. Δεν βρισκομαι μεσα σ'εκεινο το κενο κουφαρι. Δεν ειναι η ζωη αυτη δικη μου, ειναι η ζωη μιας ξενης. Δεν νιωθω. Βλεπω τα παντα μεσα απο τα ματια καπου αλλου, βλεπω τα παντα απο μακρια, βλεπω τα παντα πισω απο ενα τζαμι, απο μια οθονη. Οχι, δεν τα ζω. Παρατηρω ολους αυτους τους ανθρωπους και θελω να τους αγκαλιασω, να τους σφιξω και να τους πω πως τους αγαπω και μετα να φωναξω πως τους μισω και να τους θαψω. Ολα πια αρχιζουν να χανονται, αρχιζουν να γινονται μία σβούρα. Τους ανθρωπους βλεπω νοπους, σχεδιασμενους με νερομπογια, μολις που παιρνω το πινελο και το σερω, το κουνω πανω, κατω, δεξια, αριστερα, σε ολο τον κοσμο γυρω μου, το πασαλιφω, ανακατευω τα χρωματα των φωτών, τα χρωματα των αρωματων, των αισθησεων, των ανθρωπων. Τα ανακατευω μεχρι που γινεται ενα χρωμα παραξενο, δεν ξερω πως λεγεται, δεν το εχω ξαναδει, δεν ξερω αν υπαρχει στη φυση και βυθίζομαι. Ολα γυριζουν γρηγορα, γρηγορα, γρηγορα, ακομα γρηγοροτερα, ολα, εγιναν ενα. Χανομαι μεσα σ'αυτο με καταπινει, δεν βλεπω, δεν σκεφτομαι, δεν αναπνεω, ενα απολυτο κενο και χανομαι. Που ειμαι αραγε? Και που ειναι το σωμα μου? Νιωθω ηδη γρια. Ποσους αιωνες να παλευω μεσα στη δινη? Μα σαν κοιταζω το ρολοι, εχουν περασει έξι μονο λεπτα. Κι εγω κουραστηκα. Ποτε θα επανερθω την πραγματικοτητα? Δεν θελω. Αφήστε με μεσα στο χαος του μυαλου μου, εκει ειμαι ευτυχισμενη, μεσα στο κενο, μεσα στο αδειο, μεσα στο αοριστο, μα γεματο με σκεψεις, με ήχους, με συναισθηματα. Εκει ειμαι ευτυχισμενη, ξεχνωντας τα προβληματα μου. Δεν θελω να επιστρεψω στην πραγματικοτητα για να τα λυσω.

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Colors melting behind closed skies...

 Χρωματα... με χρωματα γεμιζουνε τα παντα γυρω μας... χρυσοσκονη στον αερα, στα συννεφα, ροζ, ασημενια, κοκκινη, κιτρινη, μπλε, πρασινη, χρωματα στο νερο, στη φυση, μεσα στην πολη, μεσα στις καρδιες των ανθρωπων, μεσα στα ματια των ανθρωπων, μεσα στην αγκαλια τους, μεσα στα λογια τους. Τα χρωματα ειναι ομορφα.

Να φανταστειτε πως δεν μου αρεζαν. Ναι! Με θαμπωναν. Παντα φορουσα γκρι, μαυρα, αντε λευκα ή σκουρα ρουχα καθως τα εντονα με ζαλιζαν. Σημερα φοραω μια ροζ ζακετα. Ακομα και τις φωτογραφιες μου, τις περνουσα καθε φορα απο edit για να τις μετατρεψω σε αποχρωσεις του γκρι, σαν αυτες τις παλιες. Μα τις τελευταιες που εβγαλα τις αφησα ετσι. Με χρωμα. Καθε τι παλιο, φθαρμενο και παραμελημενο, ξεχασμενο, με ξεθορα ή και καθολου χρώματα, επεφτε στην προσοχη μου, το επαιρνα, το συμαζευα, το περιποιομουν, το συμπονουσα. Λες κι εβλεπα εμενα. Ελεγα... "αυτο ειμαι εγω", ελεγα... "αυτο ειναι δικο μου" κι ας μην ηταν. Ο πινακας της ζωης μου ηταν γκριζος και μαυρος. Τωρα, χαρις κατι μικρες ψυχες που ατακτα παιζοντας και τραγουδοντας γυρω μου πιτσιλισαν με το πινελο τους τον πινακα μου... αυτες που μονο αυτες εχουν το προνομιο να βαφουν, αυτες κατεχουνε το χρωμα, καταλαθος εβαλαν κανα δυο σταγονες στον δικο μου πινακα. Και ενιωσα τοτε την μπογια να ακουμπα τον καμβα μου, το σωμα μου... να τρεχει, να κυλα... να μπαινει στην καρδια μου και να την ποτιζει με χρυσαφενια τεμπερα και ασημενιο γκλιτερ. Και τοτε εκανε ενα αποτομο "Τουκ"! Πεταχτηκε ξαφνικα, αναπηδησε σαν να ξεκολλατε απο τα αγγεια που την κρατουσανε στην θεση της. Σαν να χαμογελασε, σαν το "τουκ" που ακουστηκε να ητανε τραγουδι, σαν να χορεψε και οχι να κουνιθηκε. Μα και τα ματια μου αλλαξαν. Ηταν δυο φακοι, που δεν ξερω πως και γιατι, αλλα βλεπανε τον κοσμο γυρω τους κατω απο ενα μαυρο πεπλο, πισω απο μια γκρι σκια. Ειδα ομως τον ηλιο να ανατελει. Δεν τον ειδα απλα, μυρισα την ζεστασια του, τον ενιωσα με τις ακτινες του να χαϊδευουν τα μαλλια μου, να ενοχλουν τα ματια μου. Και μετα κοιταξα γυρω μου. Και τοτε ειδα για λιγο τον κοσμο αλλιως. Τον ειδα λουσμενο στο φως, να κολυμπα μεσα σε μια ατμοσφαιρα κατανοιξης, σε ενα κλιμα πανηγηρικο, αναγεννησης και ελευθεριας, ολη η πλαση ηταν ενα, τραγουδουσε... τα πουλια, οι ανθρωποι, τα δεντρα και οι ασφαλτοστρωμενες πολεις. Ω ναι, δεν υπηρχαν τοτε προσωπα αγριεμενα, προσωπα θυμωμενα, μισητα. Ολοι γυρω μου χαμογελουσαν. Καθε συννεφο που διεσχιζε τον ουρανο απο επανω μου, μου φωναζε πως μ'αγαπα. Κι εγω ειμουνα χαμενη, χαμενη μεσα σε μια γλυκια χρυσαφενια μεθη. Για λιγο ειδα τη ζωη. Δεν ξερω ακομα αν αυτο που εβλεπα τοσα χρονια πριν, ή αυτο που ειδα τωρα ηταν η πραγματικοτητα. Ξερω ομως... πως η ζωη ειναι χρωμα. Ειναι χρωμα και αγαπη, ειναι μουσικη. Τα χρωματα ειναι πανεμορφα, ειναι μεθυστικα, ειναι γιορτινα, ανοιγουν την ψυχη σου τοσο μαλακα και πετα. Και η ζωη ειναι γεματη με χρωματα, οχι απλα με χρωματα, με γκλιτερ, με χρυσοσκονη, με φως! Μα δε το βλεπεις? Κολυμπαει στο φως, αστραφτει, γυαλιζει, λαμπει ολοκληρη! Το πνευμα μου πια λυτρωθηκε. Δεν ξερω αν ειναι αυτο το φως του ηλιου, οι ακτινες που μπηκαν μες τα ματια μου και τα εκαναν να φωτιζουν σαν αστερια, τα εκαναν να βλεπουνε τη γη σαν λευκο ουρανο, τους ανθρωπους σαν αγγελους και την πλαση ολη να διεπεται απο ενα πνευμα ανοιξιατικο,ευτυχιας, ψυχικης αγαλισαης και ειρηνης . Σαν καποιος να μου ενεφυσησε την πνοη της υπαξης μου. Αναπνεω φως και αφηνω πισω μου χρυσκοσκονη. Επιτελους αν μπορεις να δεις την καρδια μου θα την δεις χρυση, θα την δεις να λαμπει οπως και τα ματια μου που δεν ξερω πια τι χρωμα ειναι. Η οραση μου αλλαξε, μου φενονται ολα διαφανα, ολα τρισδιαστατα. Η αισιοδοξια κι η ελπιδα γεμισαν το κεφαλι μου, τις σκεψεις μου, παει το σκοταδι, πανε οι σκιες... τουλαχιστον για τωρα.
Η ζωη ειναι γεματη ομορφιες. Ειναι γεματη απο τεχνη, απο μουσικη (α ναι! η μουσικη ειναι μαγεια, η καλυτερα, θαυμα),απο εικονες, απο αισθησεις, απο αγαπη που τυλιγουν ολοκληρο το σωμα σου, σ'αγαπανε οι ανθρωποι, σ'αγαπα η ιδια η φυση, η ίδια η ζωη. Ολη αυτη η γιορτη, το θαυμα της υπαρξης σου σε περιμενει, ειναι εκει εξω για σενα, για να το βιωσεις με ολο σου το ειναι. Ενα ονειρο ειναι ζωη... ετσι... ξερω πως καποτε θα ξυπνησω και τοτε... αντι να δω το φως της ημερας θα βρεθω στο σκοταδι του απειρου. Μα μεχρι τοτε ας ζησω οσο μπορω. Ας ονειρευτω κατω απο τον μωβ μου θολο.

Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012

Hello stranger... oh Welcome happiness!

Παραξενο. Εκεινο το βαρος που ενιωθα στο στηθος μου εφυγε. Ηταν για λιγο, για ενα βραδυ μα... εξαφανιστηκε. Η θλιψη και ο πονος μ'εγκατελειψαν, αδειασαν το σηθος μου και αφησαν ενα κενο, εναν χωρο για να μπει το οξυγονο που μεχρι τοτε εμποδιζαν, με αφησαν να αναπνευσω. Βρηκε λιγο χωρο (επιτελους) η καρδια μου για να χτυπησει, βρηκε τον χωρο που τοτε γεμιζε η πληξη και το σφιξιμο του ανχους, να ανοιξει τα φτερα της και να πεταξει. Για λιγο. Μα το καλυτερο απ'ολα? Γλυστρισα μακρια απο την μοναξια μου. Ο φοβος κι οι ανασφαλιες μου μπορει να μη μ'αφησαν να χαρω, να ξεσπασω, να ξεδωσω οπως ηθελα, αλλα ειμαι ικανοποιημενη. Ηταν ενα βημα περα απο την καταθλιπτικη ανια της καθημερινοτητας μου. Για λιγο. Ομως... δε με ενδιαφερει αν ηταν για λιγο, η για πολυ. Η αληθεια ειναι πως θα λαχταρουσα καθε στιγμη της ζωης μου να την περναω ετσι μα... οταν σου λειπει κατι, σαν ερθει το δεχεσαι με πολυ περισσοτερη ενταση απ'οτι του αξιζει. Η θλιψη και η ματαιοτητα ηταν μεσα μου για πολυ καιρο, σχεδον ολη την ζωη μου, ετσι εγιναν ενα με μενα, δεν ενιωθα τα αισθηματα αυτα ξενα, αλλα δικα μου, καθως πορευομουνα με αυτα τοσο καιρο και τα συνηθισα. Αυτος ομως που νιωθει ψυχικη ευεξια και αισιοδοξια στο μεγαλυτερο χρονικο διαστημα της ζωης του, ενα δυνατο χτυπημα θα το βιωσει με τον δεκαπλασιο πονο απ'οτι εγω. Κατι παρομοι συνεβη και με μενα. Ακριβως επειδη η ευτυχια δεν ειναι και η καλυτερη μου φιλη (αν και η πορτα του σπιτιου μου ηταν παντα ανοιχτη γι'αυτην) οταν μ'επισκεπτεται την καλωσοριζω με σεβασμο, με γιορτες, στρωνω κοκκινα χαλια για να περασει η επισκεπτρια, που τοσα χρονια στεκοταν μακρια μου, αριστη οικοδεσποινα γινομαι για  την καλεσμενη που θα σπασει για λιγο την μονοτονια του σπιτιου μου, που θα γεμισει τους γκριζους τοιχους του με χρωμα...και νομιζω τοτε πως φιλοξενω στο σπιτι της καρδιας μου εναν μικρο θεο, εστω και αν αυτος μενει για πεντε μονο λεπτα.

Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2012

Καλύτερα να με μισούν, παρά να με'αγνοούν


Ποσο χώρο να γεμιζω αραγε στις ψυχες των ανθρωπων?
Ποσο διαφανής μπορει να ειμαι?
Ποσα δευτερολεπτα ειμαι αξια να μεινω στην σκεψη τους?
Θα μπω ποτε μες την καρδια τους?
Θεε μου, οτιδηποτε εμψυχο με αγνοει.
Μηπως ειμαι πεθαμενη?
Κι αν πραγματικα τυχει και πεθανω,
ποιος αραγε θα το καταλαβει?
Ποιος θα νιωσει το κενο?
Κανενα δακρυ δεν θα σταξει,
ουτε σιγη δεν θα κρατησουν,
για ενα χαριρτινο ανθρωπακι που λιωσε,
για τον μικροτερο κοκκο αμμου.
Φυσικα! ανθρωποι τοσοι υπαρχουν στη ζωη τους,
αξιοσεβαστοι, γελαστοι, κοινωνικοι και ψευτικοι.
Ποιος αραγε θα καταλβαει πως εγω εχω πεθανει?

Θυμαμαι ειχα ενα σκυλακι...
Μ'αγαπουσε πιστευω.
Μα... κριμα πια γιατι εκεινοι φθονισαν,
μια ψυχη που ειχε για μενα τοση αγαπη,
και το φαρμακωσανε και το σκοτωσαν,
Ισως εκεινο αν ζουσε να ενιωθε κατι...
ενα βαρος μια πικρα, μια απουσια.
Μα δεν ζει για να την νιωσει.
Ευτυχως η απουσια μου κανεναν δε θα πληγωσει.

Ειμαι ενα μικρο φαντασματακι,
που δεν ξερω πώς, μα βρεθηκα στην γη.
Βολτουλες εκανα αορατη χορευοντας,
εκει αναμεσα στον κοσμο,
χωρις να με προσεχει, χωρις να με υποπτευεται.
Υπηρξαν καποιοι που με ειδαν,
Κι εκεινοι που με ειδαν τρομαξαν.
Μα ξαναγινα διαφανη κι εφυγα ευτυχισμενη.
Πως θ'αντιδρασουν αραγε αν μαθουν πως πεθανω?
"Α, αληθεια... ενταξει κριμα. Και?"
Ω ναι, λες και τους διαβαζω.
Αν πεθανω μπορει κανεις να με πεθυμησει?
Σε ποιον θα λειψει το αδειο, το κενο, το άυλο?
Σε ποιον θα λειψει κατι που δεν ειδε καν?
Σε ποιον θα λειψει κατι που δεν γνωρισε, δεν πιστεψε ποτε?

Σαν πεθανω κιτρινα φυλλα δεντρων ας με σκεπασουν,
το τραγουδι των πουλιων ας με θρηνησει,
η βροχη και οι ψιχαλες των συννεφων να με κλαψουν,
νεκροθαυτρα μου ας ειναι η φυση,
μονο κεινη που θαυμαζω,
σ'εκεινη μονο πιστευω πως θα λειψω...

Ευτυχως κανενας δεν εμεινε πια, η απουσια μου για να πληγωσει.

Τρίτη 7 Φεβρουαρίου 2012

Καταιγίδα


Με βρηκε η καταιγιδα.
Καϊκακι που στο πελαγος ταξιδευα,
διχως αγκυρα, διχως καταρτια,
δεν ειχε η θαλασσα μου, η λατρεμενη,
πλοιαρακι πιο πραο για να χτυπησει.
Και τα κυματα της με χαστουκισαν με μενος.
Κι υστερα εφερε την μπορα, εφερε την νυχτα.
Κι εγω πνιγμενη στο βυθο χωρις βοηθεια,
προσευχόμουνα να βγω απο κεινη την παγιδα,
Θέε μου... το ξερω...
πως τουτη τη στιγμη που στεκομαι, θα μ'εβρει η καταιγιδα.

Ηλιόλουστο Θρανίο

Σημερα που η μερα νομιζα πως με σκοτωνει,
το θρανιο μου λουζεται απο φως που με θαμπωνει.

Ο ηλιος αστραφτει στο λευκο απανω χιονι,
σαν καθρευτης διαχεεται παντου και το λιωνει.
Οι ακτινες του τοσο φυσικα το τζαμι διαπερνουνε,
που ειναι σαν αορατο, σαν να το αγνοουνε.
Ως τα ματια μου φτανουνε και με τυφλωνουνε,
γυριζω το κεφαλι βαθια παιρνοντας ανασα,
εξω απ'το παραθυρο της φυλακης μου να κοιταξω.
Εκει που ειναι ο γκριζος δρομος, τα γυμνα τα δεντρα.
Μα εγω τα βλεπω ολα ανθισμενα,
εγω τα βλεπω ολα απο το φως χρυσοβαμμενα.

Κι ακουω απο μιλια μακρια θεωρεις,
αυτη τη γνωριμη, εχθρικη φωνη.
Ειναι ο καθηγητης, ο φυσικος, παραμιλα.
Απ'αυτονανε ποιος αραγε θα μ'απαλαξει?
Γυρω μου υψωνονται ντουβαρια ασφυχτικα,
καταλαβαινω τοτε, πως ακομα βρισκομαι στην ταξη.

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012

It's something... that I'm afraid to say




















Ειναι καποιοι ανθρωποι που το γλυκο αυτο κρασι δε θα γευτουνε,
την ευωδια τη δροσερη αυτη, του κοκκινου ανθου δε θα μυρισουν,
το χρυσαφενιο τουτο, λαμπρο φως δε θα ζεστανει την καρδια τους.

Τον θυσαυρο τον πολυποθητο, αγγελοι με δοξα και τιμες κουβαλουνε.
Απ'τα υψη τ'ουρανου, μεσα απ'το ελπιδοφορο γαλαζιο κατεβαζουν.
Με σεβασμο, με ιεροτητα τον συνοδευουν,
ειναι σαν να χορευουνε και σαν να τραγουδουνε.
Αραχνουφαντα πεπλα το τυλιγουνε να μην το γρατζουνισουν,
Τα πορφυρα τα πεταλα στο διαβα τους πετουνε,
με αγαπη και στοργη το διαμαντι τους φροντιζουν.

Γιατι κουβαλουνε την ιδια τη ζωη,
που απο τουτο το λουλουδι ειναι φτιαγμενη.
δινει στον ανθρωπο πνοη,
κορη της ανοιξης αγαπημενη.

Αυτη που τοσο βαθια στις καρδιες των ανθρωπων φωλιαζει
και τους αναστατωνει, και τους εξουσιαζει,
τη μουσικη γλυκα φιλα και τραγουδαει,
τους πινακες ζωηρα με χρωματα γεμιζει,
το χαμογελο, το δαρκυ των ανθρωπων ζωγραφιζει,
και στον ποιητη βροχη χρυσοσκονης στα ματια του πετα,
και γραφει μονο του το χερι του, λες και περπατα,
στο ρυθμο μια μελοδιας και χορευει,
μεσα απ'τους παλμους των δυο καρδιων που'ναι ιδιοι

Ολο το σωμα το ποτιζει η μεθη,
ειναι ενα πιοτο μεσα απο τις φλεβες,
που το παθος ακουσια ζωντανευει,
μονο αυτο μπορει τον να νεκρο να αναστησει.
Ο φοβος την καρδια πια δεν κυριευει,
τον θανατο μπορει σαν σκουλικι να πατησει.

Τον ανθρωπο δεν ξεχωριζει,
πνοη νεοτητας στον καθενα μας χαριζει.
Και τοση μεγαλη ειναι η χαρα που φερνει,
οσο κι ο πονος στην ψυχη μαζι που σερνει.

Τις ατσαλινες καρδιες λυγιζει απαλα,
και τις νεκρες ξανα τις κανει να ματωσουν.
Τον αδυναμο με τολμη, θαρρος τον γεμιζει,
τον δυνατο, τον λιωνει, τσακιζει.

Ειναι το λουλουδι αυτο το αγγελικο,
που ειναι δηλητηριο, ειναι φαρμακι.
Με πίκρα το στομα ποτιζει, με αγκαθια τον δρομο στρωνει.
Εναι το φως της ψυχης, η καρδια της ζωης.
Εναι ο λογος της γεννησης κι ο λογος του θανατου.

Ειναι καποιοι ανθρωποι που το γλυκο αυτο κρασι δε θα γευτουνε,
την ευωδια τη δροσερη αυτη, του κοκκινου ανθου δε θα μυρισουν,
το χρυσαφενιο τουτο, λαμπρο φως δε θα ζεστανει την καρδια τους.


Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

Destroy Humanity

Βαθιά ντροπη νιωθω για τον λαο μου,
Βαθιά ενοχη νιωθω για τη φυλή μου,
Βαθιά αηδία νιωθω για το είδος μου, το ανθρώπινο είδος.
Μακαρι ο κοσμος ενας βόλος να 'τανε στο χερι μου,
και να το βουτουσα μεσα σε μια λεκανη με φαρμακι.
Να νεκρωθουν τα παντα, να πνιγουν,
μα να υποφερουν, να τυραννηθουν βαρια πριν βρουν τον θανατο.
Αίμα να τρεξει απο το στομα,
αίμα να κυλησουνε τα δακρυα στα ματια,
αίμα να σταξει απ' τις καρδιες του κοσμου.
Καθε ψυχη ενας δαιμονας,
Καμια ψυχη αγνη,
Καμια ψυχη λαμπρη, αληθινη.
Ενας λακος με σκουλικια, να καταπινει το ενα τ'αλλο με μανια.

Γυναικες και Αντρες
μεσα στο βαλτο κλυμπουν, νομιζουνε πως ειναι θαλασσα,
αγκαθια κοβουνε, νομιζουνε πως ειναι ανθη,
τις πληγες ανοιγουνε, νομιζουνε πως τις θεραπευουνε,
για τον Χαρο στολιζονται, νομιζουν πως φορουνε νυφικο,
τα παιδια τους καταπινουνε, νομιζουνε πως τ'αγαπουν,
σκλαβοι ειναι, νομιζουνε πως ειναι ελευθεροι,
τον Σατανα προσκυνουνε, νομιζουνε πως ειναι χριστιανοι.

Βαθυ μισος νιωθω για τους ανθρωπους.
Ζηλευω τα πουλια. Ποσο ανωτερα!
Να μπορουσα να βαζα στην πλαση ολοκληρη, φωτια,
να δω τους πονεμενους ανθρωπους να ζητουνε ελεος, μα να μη το βρισκουν.
Κι ας καω κι εγω μαζι.

I need space














Ασφυκτιώ,
οι τοιχοι γυρω μου συγκλινουν,
θα με λιωσουνε, θα με σκοτωσουν.
Θα με πλακωσει το ταβανι.
Πνιγομαι. Δεν υπαρχει οξυγονο.
Βγαινω εξω, να παρω αερα, ν'αναπνευσω.
Χειροτερα. Εδω εισπνευω δηλητηριο.
Αναζητω τον ουρανο... μα δεν τον βρισκω.
Ξερω πως τα πουλια πετουν, αλλα εγω τα βλεπω ολα σε κλουβια.
Δε μπορω να μυρισω το γαλαζιο, δεν μπορω να αισθανθω τον ηλιο.
Θελω να ανοιξω τα χερια μου, να αγκαλιασω τ'ονειρο...
Μα δεν το βλεπετε? Δεν υπαρχει χωρος!
Δε χωραει πουθενα το ομορφο, δεν χωραει πουθενα η ευγενεια.
Ο πονος ειναι ευγενια, ο πονος ειναι ευαισθησια, ο πονος ειναι ανθρωπιά.
Μα δεν ποναει κανεις?
Δεν υπαρχει χωρος για μια ηλιαχτιδα, δεν υπαρχει χωρος για τη ζωη, για το χαμογελο.
Δεν εχει θεση να κατσει η τιμιοτητα, ο σεβασμος, η καταννόηση.
Δεν υπαρχουνε λουλουδια για να παρει η αγκαλια, το χαδι, ο ερωτας
(το πολυ πολυ να δωσουμε γι'αυτους κανενα γαιδουραγκαθο, αν δε τα έχουμε μαδήσει κι αυτα)
Τόσοι πολλοι οι ηχοι... δεν αντεχουν ν'ακουστουν φωνες αγνες, φωνες τρυφερες, φωνες ρομαντικες, φωνες αγαπης.
Οι πολιτειες κατοικούνται απο τερατα. Δεν υπαρχουν ανθρωποι για ν'αγαπησω.
Τα συμφερονται κατέκλυσαν εμας... δε χωραει η φιλια, η εμπιστοσυνη.
Δε χωράω.
Δεν εχω μερος να βαλω τις ελπιδες μου, δεν εχω μερος για να χτισω τ'ονειρο μου, δεν εχω μερος για να κανω ενα βημα μπροστα, να ανεβω ενα σκαλοπατι.
Οι λιμνες ολες ειναι γεματες, δεν χωρανε τα δικα μου δακρυα, θα πλημμυρίσουν.
Δεν εχει μερος να στιβαξω τους καημους μου.
Δν υπαρχει χωρος για την αληθεια.
Δεν υπαρχει καποιος να με δεχθει χωρις μασκα, με καθαρο το προσωπο.
Δεν υπαρχει χωρος για το θαρρος, υπαρχει χωρος για τον φοβο.
Δεν υπαρχει χωρος για τον χωρο,
Δεν υπαρχει χωρος ακομα και για την ελευθερια.
Δεν υπαρχει εδαφος να περπατησω, δεν υπαρχει ουρανος για να πεταξω, θαλασσα να κολυμπησω.

Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

Τα προβλήματα που φοβάμαι










Ολα τα μου προβληματα μαζευονται μπροστα μου,
το ενα πανω στο αλλο, συσσορευονται σε εναν λοφο, δυσκολο να να τον ανεβω... φοβαμαι να τον ανεβω.
Ολα μου τα προβληματα ερχονται ξανα στα ματια μου, θολωνει το βλεμμα μου, δυσκολο να δω... φοβαμαι να δω.
Ολα μου τα προβληματα ερχονται εμπρος μου, σχιματιζουν ενα θεορατο τειχος, δυσκολο να το ριξω... φοβαμαι να το καταστρεψω.
Μα... δε πρεπει να τ'αφησω. Θα πεσει πανω μου.
Τρεφεται με τον φοβο μου, ξεδιψα με την δειλία μου, δυναμωνει με την αδυναμια μου.
Προσπαθειες, αγωνες, ματαια...
Ο υδροτας μου χαμενος,
Ο πονος μου δεν νιωθεται,
Τα δακρυα μου δεν αξιζουν,
Οι καρποι της προσπαθειας μου ειναι σαπιοι, πρωτου να ωριμασουν.
Στα ματια του κοσμου φανταζω αδεια.
Μα... προσπαθω.

Το σχεδιο μου πια οργανωμενο, λεω πως δεν φοβαμαι. Ειμαι εδω. Ειμαι ετοιμη.
Το θηριο πλησιαζει κι εγω το κοιτω... Παγωνω.
Το νου μου ακινητο.
Το σωμα μου ακινητο.
Τιποτα δεν μπορω να θυμηθω. Ομως το βλεπω και δισταζω. Φοβαμαι και παραιτουμαι, εγκαταλειπω.
Χωρις καν να προσπαθησω,
Χωρις καν να το κοιταξω στα ματια
Μοναχα κοιταζω τη σκια του... και τρεχω.
Περναει ο καιρος, γυριζω πισω.
Ποιο ηταν το θεριο που μπηκε εμποδιο στη ζωη μου?
Ποιο ηταν το θεριο που με κατεστρεψε?
Μα... η τρομερη σκια που μ'εκανε να φυγω, ηταν ενος μικρου, μικρου ποντικιου.
Μπορουσα να το αντιμετωπισω
Μπορουσα να το καταστρεψω.
Δεν μπορουσα να ξεπερασω τον φοβο μου.
Δεν μπορουσα να δω τι κρυβεται πισω απ' τη σκια.

Δεν μπορουσα να δω το ειναι. Με νικησε. Με το φαινεσθαι.

Με πνιγουνε τα λαθη του παρελθοντος.
Βρισκω τον τροπο οταν ειναι πια αργα.
Μαθαινω πως να κλεινω τις τρυπες αφου πεφτω πρωτα μεσα. Και δεν θα ξαναβγω.
Ακολουθουν αλλες. Καινουριες.
Νεα ερχονται ξανα τα εμποδια, Νεα ερχονται ξανα τα λαθη μου.
Και παλι θα τα καταλαβω αργοτερα, χωρις να μπορω να τα διορθωσω.

Η ζωη μου πεφτει.
Γιατι απο τωρα? Ειναι νωρις ακομα... δεν ειναι?
Η μητερα μου με φιλα κι εγω τη δηλητηριαζω. Δε το θελω, μα θα την σκοτωσω.
Και δε θα μπορω να την θεραπευσω.
Με το μαχαιρι μου, με θανατωνω... καταλαθως.
Με το μαχαιρι μου, θανατωνω τους αλλους. Δε φταινε. Καταλαθως.
Εγω δεν μπορω να κλεισω σε καγκελα το μυαλο μου.

Τα προβληματα μου, τα βασανα μου, καημοί μου...
Αχ! Μακαρι να μην γινονταν και βασανα των αλλων!
Μακαρι στη θυλιά που δημιουργω μονη μου να κρεμαστω μοναχα εγω.
Κουραστηκα. Κουραστηκα να μαχομαι για να προσφερω φαρμακι σ'εμενα, στους δικους μου.

Δεν ειναι ολα τα δεινα δικα μου.
Ισως να ναι του κρατους και της κοινωνιας.
Ισως να ναι του τοπου και του χρονου.
Μα φορτωθηκαν σ'εμενα. Τετοιο βαρος πως να το σηκωσω?
Ετσι δειλιαζω και τρεχω...
ωσπου να βρω το φως,
βλεπω την ηλιαχτιδα και σπευδω προς αυτην, να βρω τον ηλιο.
Και τρεχω, κοιτω τον ηλιο που λαμπει μακρια για μενα. Τον κοιτω και τρεχω να τον φτασω, να τον αγγιξω, θα τρεχω για παντα μα παντα στη γη θα μενω.

Κοιτω τη ζωη μου που περνα απο μακρια, παθητικα, μοιρολατρικα.
Δεν ειναι δικη μου ζωη, αλλα μιας ξενης. Η ζωη μου ειναι καπου αλλου... τη ζω μες το μυαλο μου, διαφορετικα. Εκει ζω και οχι εδω.

Παρετουμαι και φευγω χωρις δυναμεις. Δεν αξιζει να παλεψω εδω.

Σε λιγο καιρο απο τωρα θα φανουν τα αποτελεσματα των πραξεων μου, θα κριθω.
Θα ακουστουν βροντες φωνες, θα πεσουνε πολλα δακρυα, θα ραγισει μιά καρδια. Αντι να το αποτρεψω, απλα καθομαι... και βλεπω τη ζωη μου σαν μια ταινια. Απλα περιμενω τι θα γινει μετα. Και δεχομαι τις συνεπιες. Θελω να τελειωσει αυτη η ταινια γρηγορα... θελω
να κλεισω την τηλεοραση και... να φυγω.