Δεν νιωθω συχνα ετσι για ανθρωπους.
Σε κοιταω και ακουω την καρδια μου, την ακουω να χτυπαει και την νιωθω να ξεκολλαει αργα. Τα ποδια μου μενουν ακινητα, ετσι οπως άλλων μενουν πετρωμενα απο φοβο και τρεμουνε τα χερια μου. Υδρωνω και ζεσταινομαι μεσα μου και το κεφαλι μου πιεζεται απ'ολες τις μεριες. Τα πνευμονια μου νιωθω φουσκομενα, φραγμενα, μπουκομενα. Τελειωνεις τον λογο σου ομως τα ματια μου ειναι ακομη στραμμενα προς εσενα. Θελω να σταματησω να σε κοιταω αλλα δεν μπορω. Μια αορατη δυναμη μεγαλυτερη απ'τη δικη μου κρατα το βλεμμα μου πανω σου. Και οσο σε κοιταω εγω μενω ασαλευτη και σαστισμενη. Κατα τυχη αν με πλησιασεις νομιζω πως θα καω απο την αυρα σου, τη μεθυστικη, θα ζαλιστω, θα αφεθω και θα πεσω. Λιωνω λιγο λιγο σαν κερι μα αυτη αν ειναι η μοιρα μου δεν με πειραζει. Μακαρι να εισαι εσυ η φωτια που θα με καιει κι ας λιωσω. Διπλα σου νιωθω αδυναμη, πραγματικα αδυναμη σαν να μαι ολοκληρη απο νερο που δεν υπαρχει τιποτα να με συγκρατησει και καταρρεω. Θα πεσω εκει μπροστα στα ποδια σου, θα σκύψω τοσο χαμηλα και θα σε προσκηνησω. Και θα ναι η μεγιστη τιμη μου. Θα ειναι το μεγαλυτερο μου δωρο, θα ειναι η σπουδαιοτερη στιγμη μου, οταν καθε κυτταρο του σωματος μου θα λιωσει για σενα. Σκοτωσε με για να 'μαι για παντα δικια σου. Δεν θελω να ζω με την ευγενια των αλλων, με τα αγαθα τους, θελω να ζω με πονο μεσα απ'τις πληγες σου, με τα καρφια που το δικο σου χερι θα χτυπα πανω μου.
Θελω πολυ να σε φιλησω. Παρα πολυ. Και τι δεν θα δινα για τις γραμμες των χειλιων σου. Θελω τοσο να πιω απο το στομα σου, ας πιω και δηλητηριο ακομα και πεθανω. Γιατι ειναι κατακοκκινα τα χειλια σου; Σαν την Σεληνη οταν ματωνει κατι βραδια κοκκινα ειναι, σαν τα τριανταφυλλα τα μικρα ακομη, τα μπουμπoυκια, αυτα που ανθιζουνε στους ταφους τον μικρων παιδιων κοντα, τοσο κοκκινα ειναι, ειναι κοκκινα απο το αιμα, απο το αιμα της καρδιας μου που μου τρως λιγο λιγο.
Το σωμα σου ειναι κατασπρο, ειναι λευκο, ειναι κρυο, σαν αγαλμα καμωμενο απο παγο, περιτεχνα σμιλεμενο, σαν να γεννηθηκε μεσα απο το χιονι, σαν να το χαιδεψε η βασιλισσα των χειμωνων και το αφησε γυαλινο και λαμπερο και ασπρο, ασπρο σαν μωρου δερμα, αγαθο και τρυφερο. Θελω ν'αγγιξω το σωμα σου, τοσο πολυ θελω να τ'ακουμπησω που ζηλευω το σεντονι που σε σκεπαζει, ζηλευω το νερο που τρεχει επανω σου. Ζηλευω τα παντα γυρω σου. Οτιδηποτε νιωθει την αυρα σου, ζηλευω τον αερα που σε τυλιγει, τον αερα που αναπνεεις, τον αερα ζηλευω που εισπνειεις και γεμισει καθε ακρη του σωματος σου, που κυλα μεσα στις φλεβες σου, που λουζεται στο αιμα σου, κανει κανει την καρδια σου να χτυπα και μετα ξανα κανει βολτες και γυρους μεσα σου. Την ανασα σου αυτη την πολυτιμη θελω ν'αναπνευσω, αυτη θελω να ειναι το οξυγονο μου, η εκπνοη η δικη σου να'ναι η εισπνοη μου. Θελω να σ'αγγαλιασω, δυνατα ωσπου να νιωσω πως μπαινω μεσα σου, για λιγα λεπτα ωσπου ν'ακουσω ενα χτυπο εστω της καρδιας σου.
Μα ο,τι πιο ομορφο υπαρχει πανω σου, ο,τι πιο ομορφο θα υπαρξει ποτε σ'αυτη την ζωη αυτη ειναι τα ματια σου. Τιποτα και σε κανεναν κοσμο δεν ειναι ομορφοτερο απο τα ματια σου, ομορφοτερο απ'την ψυχη σου. Τα ματια σου εινα διαφανα, ειναι κρυσταλλινα, ειναι δροσερα σαν τη θαλασσα και βαθια, πιο βαθια απο τα πηγαδια των ψυχων στους θρυλους και μυστηριωδη κι'αγρια, ειναι πυλες προς υδατινα βασιλεια μακρινα και σοφα. Τα ματια σου αστραφουν το ξερεις, σκοτεινη η λαμψη τους. Νομιζω πως ειναι ασημενια, νομιζω πως ειναι δυο φεγγαρια.
Τα μαλλια σου ειναι πυκνα και μαυρα. Ειναι τοσο μαυρα οσο το πεπλο του συμπαντος που αγκλιαζει τη γη, οσο το σκοταδι που τυλιγει το φεγγαρι, το σκοταδι το πυκνο κι εχθρικο, αυτο που απλωνεται στις αβυσσους και στ'αποκοσμα τελματα, περα απο τον ουρανο και βαθια μεσα στις σπηλιες, αυτο που τραγουδα με τα πλασματα της νυχτας, τους νεκροφαργους και τους πεθαμενους, αυτο που κρυβεται στις σκιες και στα ματια των δαιμονων, τοσο μαυρα οσο οι νυχτες οι παγερες και πενθιμες, οι νυχτες οι μυστικες και αποκρυφες, μαυρα οπως τα φτερα του Αγγελου του Θανατου, οπως του Χαρου τα φθαρμενα κουρελια ειναι.
Και η φωνη σου. Τι να πω για την φωνη σου. Τι μπορω να πω. Καθως θα κλεινω τα ματια μου, καθως θα με θαβουνε στον λακκο μου ας μην ακουω ευχες, ας μην ακουω υμνους απ' το στομα του ιερεα, ας μην ακουω το θρόισμα των φυλλων, ας μην ακουω τον ηχο των κυμματων της θαλασσας που θα σκανε πλαι στο νεκρο κορμι μου, ας μην ακουω των πουλιων τα τιτιβισματα, ας μην ακουω την βροχη που θα πεφτει τοσο γαληνια, πενθιμα, ιερα καθε σταγονα πανω μου να με ποτισει, να με κλαψει και να με ξεπλυνει, ας μην ακουω την βαρια, ατελειωτη και σεβαστη μου γαληνη, ας ειναι το μονο που θ'ακουσω η φωνη σου. Οταν μιλας ειναι ενα μεγαλο μυστηριο, βαθυ και σκοτεινο, η φωνη σου μου θυμιζει τραγουδι καποιου νεκρου, παλιου Θεου, ποσο θαυμασιο ειναι για μενα, η φωνη σου ειναι αρωμα που σκορπιζεται και ποτιζει τον αερα, η χρεια της φωνης σου λιωνει το μυαλο μου, οι λεξεις σου αντηχουν στ'αφτια μου. Ω, μα Θεε μου ειληκρινα μπορει να υπαρξει αγγελος με ωραιοτερη φωνη απ'τη δικη σου;
Η σκεψη μου εχει καρφωθει επανω σου, καθε πρωι που ανοιγω τα ματια μου η μορφη σου ειναι αποτυπωμενη στο μυαλο μου, πριν κλεισω τα ματια μου, σε καθε στιγμη των ονειρων μου σε συναντω, εχεις κολλησει στην συνειδηση μου, μεσα απο την μορφη σου υπαρχω, μεσα απο την μορφη σου ζω, για σενα θελω να ζησω, εσενα να υπηρετησω, εσυ εισαι η θρησκεια μου και μονο, θελω να ενωθουνε οι καρδιες μας, μαζι με σενα θελω να πεθανω, μαζι με σενα να καω θα ειναι ο παραδεισος για παντα της ψυχης μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου